ἐπιγραμμάτιον: Difference between revisions
From LSJ
Ἄξιόν ἐστι τὸ ἀρνίον τὸ ἐσφαγμένον λαβεῖν τὴν δύναμιν καὶ τὸν πλοῦτον καὶ σοφίαν καὶ ἰσχὺν καὶ τιμὴν καὶ δόξαν καὶ εὐλογίαν → Worthy is the Lamb that was slain to receive power, and riches, and wisdom, and strength, and honour, and glory, and blessing
(Bailly1_2) |
(13) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ου (τό) :<br />petite pièce en distiques, épigramme.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπίγραμμα]]. | |btext=ου (τό) :<br />petite pièce en distiques, épigramme.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπίγραμμα]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἐπιγραμμάτιον]], το (Α)<br />μικρό [[επίγραμμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Υποκοριστικό του [[επίγραμμα]] με την υποκοριστική κατάλ. -<i>ιον</i>]. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:32, 29 September 2017
English (LSJ)
τό, Dim. of ἐπίγραμμα, Plu.Cat.Ma.1, Antig.Mir. 89.
German (Pape)
[Seite 933] τό, dim. von ἐπίγραμμα, Plut. Cat. mai. 1 u. öfter.
French (Bailly abrégé)
ου (τό) :
petite pièce en distiques, épigramme.
Étymologie: ἐπίγραμμα.
Greek Monolingual
ἐπιγραμμάτιον, το (Α)
μικρό επίγραμμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Υποκοριστικό του επίγραμμα με την υποκοριστική κατάλ. -ιον].