Ὀλυμπιονίκης: Difference between revisions

From LSJ

Λεύσσετε, Θήβης οἱ κοιρανίδαι τὴν βασιλειδᾶν μούνην λοιπήν, οἷα πρὸς οἵων ἀνδρῶν πάσχω → See, you leaders of Thebes, what sorts of things I, its last princess, suffer at the hands of such men

Sophocles, Antigone, 940-942
(Bailly1_4)
(5)
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br />le vainqueur aux jeux olympiques.<br />'''Étymologie:''' [[Ὀλύμπια]], [[νικάω]].
|btext=ου (ὁ) :<br />le vainqueur aux jeux olympiques.<br />'''Étymologie:''' [[Ὀλύμπια]], [[νικάω]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''Ὀλυμπῐονίκης:''' [ῑ], -ου, Δωρ. -νίκᾱς, -ᾱ, ὁ, ([[νικάω]]),·<br /><b class="num">I.</b> [[νικητής]] στους Ολυμπιακούς Αγώνες, σε Πίνδ.<br /><b class="num">II.</b> ως επίθ., [[Ὀλυμπιονίκης]] [[ὕμνος]], στον ίδ.
}}
}}

Revision as of 00:36, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Ὀλυμπιονίκης Medium diacritics: Ὀλυμπιονίκης Low diacritics: Ολυμπιονίκης Capitals: ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΗΣ
Transliteration A: Olympioníkēs Transliteration B: Olympionikēs Transliteration C: Olympionikis Beta Code: *)olumpioni/khs

English (LSJ)

[ῑ], ου, Dor. Ὀλυμπιο-νίκας, ᾱ, ὁ,

   A conqueror in the Olympic games, Pi.O.6.4, al., Hdt.5.47,71, And.4.33, Pl.R.465d, Arist.Rh.1365a25.    II as Adj., Ὀ. ὕμνος, τεθμός, Pi.O.3.3,7.88.

Greek (Liddell-Scott)

Ὀλυμπῐονίκης: [ῑ], -ου, Δωρ. -νίκᾱς, ᾱ, ὁ νικητὴς ἐν τοῖς Ὀλυμπιακοῖς ἀγῶσι, συχν. παρὰ Πινδ.· ὡσαύτως παρ’ Ἀνδοκ. 23. 27, Πλάτ. Πολ. 465D, Ἀριστ. Ρητ. 1. 7, 33. ΙΙ. ὡς ἐπίθ., Ὀλ. ὕμνος, τεθμὸς Πινδ. 3. 4., 7. 162.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
le vainqueur aux jeux olympiques.
Étymologie: Ὀλύμπια, νικάω.

Greek Monotonic

Ὀλυμπῐονίκης: [ῑ], -ου, Δωρ. -νίκᾱς, -ᾱ, ὁ, (νικάω),·
I. νικητής στους Ολυμπιακούς Αγώνες, σε Πίνδ.
II. ως επίθ., Ὀλυμπιονίκης ὕμνος, στον ίδ.