Σιδόνιος: Difference between revisions
From LSJ
Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)
(Bailly1_4) |
(37) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=α, ον :<br /><i>c.</i> [[Σιδώνιος]] ; ἡ Σιδονίη <i>(ion.)</i> OD le territoire de Sidon.<br />'''Étymologie:''' [[Σιδών]]. | |btext=α, ον :<br /><i>c.</i> [[Σιδώνιος]] ; ἡ Σιδονίη <i>(ion.)</i> OD le territoire de Sidon.<br />'''Étymologie:''' [[Σιδών]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=και μτγν. τ. Σιδώνιος, -ία, -ον, και ιων. τ. θηλ. Σιδονίη, και τ. θηλ. Σιδωνιάς, -[[άδος]], Α [[Σιδών]], -<i>ῶνος</i>]<br /><b>1.</b> ο [[κάτοικος]] της Σιδώνας ή αυτός που κατάγεται από τη [[Σιδώνα]]<br /><b>2.</b> <b>το θηλ.</b> <i>ἡ Σιδονία</i> και <i>Σιδονίη</i><br />(ενν. <i>γῆ</i>) η [[χώρα]] τών Σιδονίων, η [[Σιδώνα]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:28, 29 September 2017
French (Bailly abrégé)
α, ον :
c. Σιδώνιος ; ἡ Σιδονίη (ion.) OD le territoire de Sidon.
Étymologie: Σιδών.
Greek Monolingual
και μτγν. τ. Σιδώνιος, -ία, -ον, και ιων. τ. θηλ. Σιδονίη, και τ. θηλ. Σιδωνιάς, -άδος, Α Σιδών, -ῶνος]
1. ο κάτοικος της Σιδώνας ή αυτός που κατάγεται από τη Σιδώνα
2. το θηλ. ἡ Σιδονία και Σιδονίη
(ενν. γῆ) η χώρα τών Σιδονίων, η Σιδώνα.