παγκληρία: Difference between revisions
From LSJ
Δίκαιον εὖ πράττοντα μεμνῆσθαι θεοῦ → Die tuenda memoria in rebus bonis → Wenn es dir gut geht, denk an Gott, dies ist gerecht
(Bailly1_4) |
(30) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ας (ἡ) :<br />héritage entier.<br />'''Étymologie:''' [[πάγκληρος]]. | |btext=ας (ἡ) :<br />héritage entier.<br />'''Étymologie:''' [[πάγκληρος]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[παγκληρία]], ἡ (Α) [[πάγκληρος]]<br />ολόκληρη η [[περιουσία]] που προέρχεται από [[κληρονομιά]], [[πλήρης]] [[κληρονομία]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:04, 29 September 2017
English (LSJ)
ἡ,
A entire possession, property, estate, inheritance, A.Ch.486, S.Fr.915, E. Ion814, Supp.14.
German (Pape)
[Seite 435] ἡ, die ganze Erbschaft, Habe; Aesch. Ch. 479; Soph. frg. 774; Eur. Suppl. 14 Ion 814; sp. D., wie Lycophr. 592.
Greek (Liddell-Scott)
παγκληρία: ἡ, πλήρης κληρονομία, σύμπασα ἡ κατὰ κληρονομίαν ληφθεῖσα περιουσία, Αἰσχύλ. Χο. 486, Σοφ. Ἀποσπ. 774, Εὐρ. Ἴων. 814, Ἱκέτ. 14.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
héritage entier.
Étymologie: πάγκληρος.
Greek Monolingual
παγκληρία, ἡ (Α) πάγκληρος
ολόκληρη η περιουσία που προέρχεται από κληρονομιά, πλήρης κληρονομία.