διαιρέτης: Difference between revisions

From LSJ

ὡς μήτε τὰ γενόμενα ἐξ ἀνθρώπων τῷ χρόνῳ ἐξίτηλα γένηται → in order that so the memory of the past may not be blotted out from among men by time

Source
(big3_11)
(9)
Line 18: Line 18:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ου, ὁ [[el que divide o distribuye]] διαμερίζει τὸ ἐπιβάλλον ἀγαθὸς δ. ὑπάρχων Corn.<i>ND</i> 27, κληρούτωσαν ... ἄνδρας πέντε διαιρέτας τῶγ κτημάτων <i>IEphesos</i> 4A.9 (III a.C.), [[δικαιοσύνη]] ... τοῦ πρὸς ἀξίαν δ. la justicia que reparte premio y castigo</i> Gr.Naz.M.36.129C, διαιρέται γὰρ οἱ δεύτεροι τρεῖς τῶν προτέρων τριῶν Dam.<i>in Prm</i>.273, δ.· diuisor, expunctor</i>, <i>Gloss</i>.2.271<br /><b class="num">•</b>ref. a los herejes que dividen la naturaleza de la Trinidad οἱ τῆς ἀτμήτου φύσεως διαιρέται los que dividen la naturaleza indivisible</i> Gr.Naz.M.37.1109A, διαιρέται ... τῆς θεότητος Chrys.M.50.704.
|dgtxt=-ου, ὁ [[el que divide o distribuye]] διαμερίζει τὸ ἐπιβάλλον ἀγαθὸς δ. ὑπάρχων Corn.<i>ND</i> 27, κληρούτωσαν ... ἄνδρας πέντε διαιρέτας τῶγ κτημάτων <i>IEphesos</i> 4A.9 (III a.C.), [[δικαιοσύνη]] ... τοῦ πρὸς ἀξίαν δ. la justicia que reparte premio y castigo</i> Gr.Naz.M.36.129C, διαιρέται γὰρ οἱ δεύτεροι τρεῖς τῶν προτέρων τριῶν Dam.<i>in Prm</i>.273, δ.· diuisor, expunctor</i>, <i>Gloss</i>.2.271<br /><b class="num">•</b>ref. a los herejes que dividen la naturaleza de la Trinidad οἱ τῆς ἀτμήτου φύσεως διαιρέται los que dividen la naturaleza indivisible</i> Gr.Naz.M.37.1109A, διαιρέται ... τῆς θεότητος Chrys.M.50.704.
}}
{{grml
|mltxt=ο [[διαιρώ]]<br /><b>1.</b> αυτός που διαιρεί, κατανέμει ή μοιράζει [[κάτι]]<br /><b>2.</b> <b>μαθ.</b> [[αριθμός]] με τον οποίο διαιρούμε άλλον (τον διαιρετέο).
}}
}}

Revision as of 06:32, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διαιρέτης Medium diacritics: διαιρέτης Low diacritics: διαιρέτης Capitals: ΔΙΑΙΡΕΤΗΣ
Transliteration A: diairétēs Transliteration B: diairetēs Transliteration C: diairetis Beta Code: diaire/ths

English (LSJ)

ου, ὁ,

   A divider, distributor, Dam.Pr.273(pl.).

German (Pape)

[Seite 579] ὁ, der Trennende, Theilende, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

διαιρέτης: -ου, ὁ, ὁ διαιρῶν, διανέμων, Γρηγ. Ναζ.

Spanish (DGE)

-ου, ὁ el que divide o distribuye διαμερίζει τὸ ἐπιβάλλον ἀγαθὸς δ. ὑπάρχων Corn.ND 27, κληρούτωσαν ... ἄνδρας πέντε διαιρέτας τῶγ κτημάτων IEphesos 4A.9 (III a.C.), δικαιοσύνη ... τοῦ πρὸς ἀξίαν δ. la justicia que reparte premio y castigo Gr.Naz.M.36.129C, διαιρέται γὰρ οἱ δεύτεροι τρεῖς τῶν προτέρων τριῶν Dam.in Prm.273, δ.· diuisor, expunctor, Gloss.2.271
ref. a los herejes que dividen la naturaleza de la Trinidad οἱ τῆς ἀτμήτου φύσεως διαιρέται los que dividen la naturaleza indivisible Gr.Naz.M.37.1109A, διαιρέται ... τῆς θεότητος Chrys.M.50.704.

Greek Monolingual

ο διαιρώ
1. αυτός που διαιρεί, κατανέμει ή μοιράζει κάτι
2. μαθ. αριθμός με τον οποίο διαιρούμε άλλον (τον διαιρετέο).