ἐναντιωματικός: Difference between revisions
ὅπλον μέγιστόν ἐστιν ἡ ἀρετή βροτοῖς → man's greatest weapon is virtue, virtue is the greatest weapon for mortals
(big3_14) |
(11) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ή, -όν<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[que se opone]], [[que se enfrenta]] παρασκευή πολεμικὴ ἢ ... ἄλλη ἐ. Eust.935.37.<br /><b class="num">2</b> gram. [[que indica oposición]], [[que expresa lo contrario]] ἐ. σύνδεσμος D.T.643.15, A.D.<i>Coni</i>.251.3, 257.12, τὸ [[ἔμπης]] καὶ ἐπίρρημα A.D.<i>Adu</i>.154.26, cf. Sch.rec.Ar.<i>Nu</i>.890a (p.368), Hdn.Gr.2.60, Phlp.<i>Diff.Accent.C</i> ο 1, ἐ. πρόθεσις preverbio con valor opositivo</i> ref. a κατα- expr. hostilidad, Eust.237.21.<br /><b class="num">II</b> adv. -ῶς [[indicando oposición]] Eust.809.37, <i>Lex.Vind</i>.s.u. καί. | |dgtxt=-ή, -όν<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[que se opone]], [[que se enfrenta]] παρασκευή πολεμικὴ ἢ ... ἄλλη ἐ. Eust.935.37.<br /><b class="num">2</b> gram. [[que indica oposición]], [[que expresa lo contrario]] ἐ. σύνδεσμος D.T.643.15, A.D.<i>Coni</i>.251.3, 257.12, τὸ [[ἔμπης]] καὶ ἐπίρρημα A.D.<i>Adu</i>.154.26, cf. Sch.rec.Ar.<i>Nu</i>.890a (p.368), Hdn.Gr.2.60, Phlp.<i>Diff.Accent.C</i> ο 1, ἐ. πρόθεσις preverbio con valor opositivo</i> ref. a κατα- expr. hostilidad, Eust.237.21.<br /><b class="num">II</b> adv. -ῶς [[indicando oposición]] Eust.809.37, <i>Lex.Vind</i>.s.u. καί. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ή, -ό (AM [[ἐναντιωματικός]], -ή, -όν)<br /><b>γραμμ.</b> (για σύνδ., πρότ. ή μτχ.) αυτός που δηλώνει [[αντίθεση]], [[εναντίωση]] («εναντιωματικοί σύνδεσμοι», «εναντιωματικές προτάσεις», «εναντιωματικές μετοχές»)<br /><b>μσν.</b><br />(για [[διαθήκη]]) αυτή που προσβάλλεται από τους κληρονόμους. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>εναντιωματικώς</i>, -<i>ά</i><br />με τρόπο εναντιωματικό, αντιθετικά. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:29, 29 September 2017
English (LSJ)
ή, όν,
A marking opposition, σύνδεσμος D.T.643.14, A.D.Conj.251.3. Adv. -κῶς Eust.809.36.
German (Pape)
[Seite 827] ή, όν, entgegengesetzt, zuwider, Schol. Soph. Ai. 122.
Greek (Liddell-Scott)
ἐναντιωματικός: -ή, -όν, ὁ δηλῶν ἐναντίωσιν, ἐπὶ συνδέσμ., ὁ καὶ ἐναντιωματικὸς ἀντὶ τοῦ καίπερ Σχόλ. εἰς Ἀπολλ. Ρόδ. Β. 214. ― Ἐπίρρ. -ῶς, Εὐστ. 809. 36.
Spanish (DGE)
-ή, -όν
I 1que se opone, que se enfrenta παρασκευή πολεμικὴ ἢ ... ἄλλη ἐ. Eust.935.37.
2 gram. que indica oposición, que expresa lo contrario ἐ. σύνδεσμος D.T.643.15, A.D.Coni.251.3, 257.12, τὸ ἔμπης καὶ ἐπίρρημα A.D.Adu.154.26, cf. Sch.rec.Ar.Nu.890a (p.368), Hdn.Gr.2.60, Phlp.Diff.Accent.C ο 1, ἐ. πρόθεσις preverbio con valor opositivo ref. a κατα- expr. hostilidad, Eust.237.21.
II adv. -ῶς indicando oposición Eust.809.37, Lex.Vind.s.u. καί.
Greek Monolingual
-ή, -ό (AM ἐναντιωματικός, -ή, -όν)
γραμμ. (για σύνδ., πρότ. ή μτχ.) αυτός που δηλώνει αντίθεση, εναντίωση («εναντιωματικοί σύνδεσμοι», «εναντιωματικές προτάσεις», «εναντιωματικές μετοχές»)
μσν.
(για διαθήκη) αυτή που προσβάλλεται από τους κληρονόμους.
επίρρ...
εναντιωματικώς, -ά
με τρόπο εναντιωματικό, αντιθετικά.