βασανιστικός: Difference between revisions

7
(big3_8)
(7)
Line 15: Line 15:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ή, -όν<br /><b class="num">1</b> de pers. [[torturador]] ἡγεμόνες βίαιοι βασανιστικοί Vett.Val.75.2.<br /><b class="num">2</b> de cosas [[propio para torturar]] ξύλον βασανιστικὸν κολαστήριον Hsch.s.u. κυφόν, ὄργανον Phot.s.u. κλιμακίζειν, <i>EM</i> 769.12G., <i>AB</i> 306.
|dgtxt=-ή, -όν<br /><b class="num">1</b> de pers. [[torturador]] ἡγεμόνες βίαιοι βασανιστικοί Vett.Val.75.2.<br /><b class="num">2</b> de cosas [[propio para torturar]] ξύλον βασανιστικὸν κολαστήριον Hsch.s.u. κυφόν, ὄργανον Phot.s.u. κλιμακίζειν, <i>EM</i> 769.12G., <i>AB</i> 306.
}}
{{grml
|mltxt=-ή, -ό (AM [[βασανιστικός]], -ή, -όν)<br />αυτός που προκαλεί βάσανα, ταλαιπωρίες<br /><b>αρχ.</b><br />[[εκείνος]] που χρησιμοποιείται για έλεγχο, [[δοκιμασία]].
}}
}}