ἀπηρής: Difference between revisions

From LSJ

τιμήσεσθαι τοιούτου τινὸς ἐμαυτῷ → estimate the penalty for myself at so high a rate

Source
(big3_5)
(5)
Line 18: Line 18:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ές<br /><br /><b class="num">• Alolema(s):</b> [[ἀπαρές]] Hsch.<br />[[incólume]], [[indemne]] ἑταῖροι A.R.1.888, cf. <i>EM</i> 122.4G., [[ἀπαρές]]· ὑγιές Hsch.<br /><b class="num">•</b>[[incólume]], [[sin desastres]] νόστος A.R.1.556, cf. Hdn.Gr.1.71.
|dgtxt=-ές<br /><br /><b class="num">• Alolema(s):</b> [[ἀπαρές]] Hsch.<br />[[incólume]], [[indemne]] ἑταῖροι A.R.1.888, cf. <i>EM</i> 122.4G., [[ἀπαρές]]· ὑγιές Hsch.<br /><b class="num">•</b>[[incólume]], [[sin desastres]] νόστος A.R.1.556, cf. Hdn.Gr.1.71.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἀπηρής]], -ές κ. [[ἄπηρος]], -ον (Α)<br />αυτός που δεν έχει καμία σωματική ή πνευματική [[αναπηρία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>α</i>- <b>στερ.</b> <span style="color: red;">+</span> [[πηρός]] «[[σακάτης]]»].
}}
}}

Revision as of 06:21, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπηρής Medium diacritics: ἀπηρής Low diacritics: απηρής Capitals: ΑΠΗΡΗΣ
Transliteration A: apērḗs Transliteration B: apērēs Transliteration C: apiris Beta Code: a)phrh/s

English (LSJ)

ές,

   A = ἄπηρος, unh armed, A.R.1.888 (ap.EM122.4; ἀπήμοσιν codd.), v.l. A.R.1.556 (on the accent v. Hdn.Gr.1.7).

German (Pape)

[Seite 290] ές (πηρός), nicht verstümmelt, unversehrt, Ap. Rh. 1, 888.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπηρής: -ές, (πηρὸς) ὁ μὴ πεπηρωμένος, ὁ μὴ παθὼν πήρωσιν, ἄρτιος, Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 888. - Ἐπίρρ. -ρῶς, ἴδε Κραμήρου Ἀν. Ὀξ. 1. 84.

Spanish (DGE)

-ές

• Alolema(s): ἀπαρές Hsch.
incólume, indemne ἑταῖροι A.R.1.888, cf. EM 122.4G., ἀπαρές· ὑγιές Hsch.
incólume, sin desastres νόστος A.R.1.556, cf. Hdn.Gr.1.71.

Greek Monolingual

ἀπηρής, -ές κ. ἄπηρος, -ον (Α)
αυτός που δεν έχει καμία σωματική ή πνευματική αναπηρία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < α- στερ. + πηρός «σακάτης»].