διαθεσμοθετέω: Difference between revisions

From LSJ

Ἐλεεινότατόν μοι φαίνετ' ἀτυχία φίλου → Miseria amici mihi suprema est miseria → Am meisten Mitleid, scheint's, heischt eines Freundes Leid

Menander, Monostichoi, 180
(big3_11)
(1b)
Line 18: Line 18:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=[[ordenar]], [[prescribir]], [[disponer normas con autoridad]] el demiurgo διαθεσμοθετήσας δὲ πάντα αὐτοῖς ταῦτα Pl.<i>Ti</i>.42d, cf. Hierocl.<i>in CA</i> 19.4, Procl.<i>in Cra</i>.49, βασάνους τε ποικιλωτάτας τε κολάσεις ... τοῖς χρωμένοις Iambl.<i>VP</i> 68, θεὸς διαθεσμοθετεῖ ... τῶν ἀνθρώπων τὰς ῥήσεις Gr.Nyss.<i>Eun</i>.2.263, οἱ τὰ περὶ τὰς Ἐκκλησίας [[ἐξαρχῆς]] διαθεσμοθετήσαντες ἀπόστολοι καὶ πατέρες Basil.<i>Spir</i>.27.66.53.
|dgtxt=[[ordenar]], [[prescribir]], [[disponer normas con autoridad]] el demiurgo διαθεσμοθετήσας δὲ πάντα αὐτοῖς ταῦτα Pl.<i>Ti</i>.42d, cf. Hierocl.<i>in CA</i> 19.4, Procl.<i>in Cra</i>.49, βασάνους τε ποικιλωτάτας τε κολάσεις ... τοῖς χρωμένοις Iambl.<i>VP</i> 68, θεὸς διαθεσμοθετεῖ ... τῶν ἀνθρώπων τὰς ῥήσεις Gr.Nyss.<i>Eun</i>.2.263, οἱ τὰ περὶ τὰς Ἐκκλησίας [[ἐξαρχῆς]] διαθεσμοθετήσαντες ἀπόστολοι καὶ πατέρες Basil.<i>Spir</i>.27.66.53.
}}
{{elru
|elrutext='''διαθεσμοθετέω:''' приводить в порядок, упорядочивать Plat., Plut.
}}
}}

Revision as of 11:35, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διαθεσμοθετέω Medium diacritics: διαθεσμοθετέω Low diacritics: διαθεσμοθετέω Capitals: ΔΙΑΘΕΣΜΟΘΕΤΕΩ
Transliteration A: diathesmothetéō Transliteration B: diathesmotheteō Transliteration C: diathesmotheteo Beta Code: diaqesmoqete/w

English (LSJ)

   A prescribe severally, ordain, πάντα αὐτοῖς ταῦτα Pl. Ti.42d, cf. Iamb.VP16.68, Hierocl.in CA19p.460M., Procl.in Cra. p.49P.

German (Pape)

[Seite 578] durch Gesetze bestimmen; πάντα Plat. Tim. 42 d; – Sp.

Greek (Liddell-Scott)

διαθεσμοθετέω: τακτοποιῶ, βάλλω εἰς τάξιν (διὰ νόμου), Πλάτ. Τιμ. 42D.

Spanish (DGE)

ordenar, prescribir, disponer normas con autoridad el demiurgo διαθεσμοθετήσας δὲ πάντα αὐτοῖς ταῦτα Pl.Ti.42d, cf. Hierocl.in CA 19.4, Procl.in Cra.49, βασάνους τε ποικιλωτάτας τε κολάσεις ... τοῖς χρωμένοις Iambl.VP 68, θεὸς διαθεσμοθετεῖ ... τῶν ἀνθρώπων τὰς ῥήσεις Gr.Nyss.Eun.2.263, οἱ τὰ περὶ τὰς Ἐκκλησίας ἐξαρχῆς διαθεσμοθετήσαντες ἀπόστολοι καὶ πατέρες Basil.Spir.27.66.53.

Russian (Dvoretsky)

διαθεσμοθετέω: приводить в порядок, упорядочивать Plat., Plut.