ἐξαρχῆς

From LSJ

Ὁπόσον τῷ ποδὶ περρέχει τᾶς γᾶς, τοῦτο χάρις → Every inch of his stature is grace

Theocritus, Idylls, 30.3
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐξαρχῆς Medium diacritics: ἐξαρχῆς Low diacritics: εξαρχής Capitals: ΕΞΑΡΧΗΣ
Transliteration A: exarchē̂s Transliteration B: exarchēs Transliteration C: eksarchis Beta Code: e)carxh=s

English (LSJ)

Adv., more correctly ἐξ ἀρχῆς, from the beginning, v. ἀρχή.

Spanish (DGE)

• Morfología: [frec. divissim ἐξ ἀρχῆς en ed.]
adv. desde el principio, originalmente τὰ ἐξαρχῆς λεγόμενα Gal.14.649, τὸ ὄνομα ὅπερ ἐξαρχῆς ἔθεντο οἱ γονεῖς Chrys.M.51.148, reforzado con el art. τὸ ἐ. Ptol.Harm.58.18, con ἀπό en uso redundante ἀπὸ ἐξαρχῆς PHaun.58.19, SB 15491.1 (ambos V d.C.)
subst. τὸ ἐξαρχῆς = posición o situación inicial εἰς τὸ ἐξαρχῆς ἀποκατέστη Arr.Epict.2.18.9; cf. ἀρχή A I 1 b).

German (Pape)

[Seite 873] von Anfang an, besser ἐξ ἀρχῆς geschrieben.

Greek (Liddell-Scott)

ἐξαρχῆς: Ἐπίρρ., ὀρθότερον διῃρημένως, ἐξ ἀρχῆς, ἴδε ἐν λ. ἀρχή.

Greek Monolingual

και ξαρχής (AM ἐξ ἀρχῆς, Μ και [ἐ]ξαρχῆς)
επίρρ. από την αρχή
μσν.
1. ανέκαθενἐξαρχῆς πιστὸς εἰς τὸν δεσπότην», Χρον. Τόκκ.)
2. (με την πρόθ. ὡς) «ὡς ἐξαρχής» — κατά γενικό κανόνα («καίπερ εἰπεῖν ὡς ἐξαρχῆς ό φθόνος οὐκ ἐκλείπει εὶς βασιλεῖς», Διήγ. Βελισ.).