glotón: Difference between revisions
From LSJ
Τὰς γὰρ ἡδονὰς ὅταν προδῶσιν ἄνδρες, οὐ τίθημ' ἐγὼ ζῆν τοῦτον, ἀλλ' ἔμψυχον ἡγοῦμαι νεκρόν → But when people lose their pleasures, I do not consider this life – rather, it is just a corpse with a soul
(2) |
mNo edit summary |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{esel | {{esel | ||
|sltx=[[ἀδηφάγος]], [[γάστρων]], [[γαστρίμαργος]], [[ἐνθεσίψωμος]], [[ἐνθεσίδουλος]], [[δουλογάστριος]], [[γλίσχρων]], [[γαστροβόρος]], [[γαστερόπληξ]], [[ἀριστητικός]], [[ἀριστητής]], [[γάστωρ]], [[γάστρις]], [[βορός]] | |sltx=[[ἐδώς]], [[ἀδηφάγος]], [[γάστρων]], [[γαστρίμαργος]], [[ἐνθεσίψωμος]], [[ἐνθεσίδουλος]], [[δουλογάστριος]], [[γλίσχρων]], [[γαστροβόρος]], [[γαστερόπληξ]], [[ἀριστητικός]], [[ἀριστητής]], [[γάστωρ]], [[γάστρις]], [[βορός]] | ||
}} | }} |
Revision as of 11:37, 24 February 2021
Spanish > Greek
ἐδώς, ἀδηφάγος, γάστρων, γαστρίμαργος, ἐνθεσίψωμος, ἐνθεσίδουλος, δουλογάστριος, γλίσχρων, γαστροβόρος, γαστερόπληξ, ἀριστητικός, ἀριστητής, γάστωρ, γάστρις, βορός