ἀκτινηδόν: Difference between revisions
From LSJ
Χεὶρ χεῖρα νίπτει, δάκτυλοι δὲ δακτύλους → Digitum lavat digitus et manum manus → Die Finger waschen Finger, die Hand die andre Hand
(2) |
(2) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἀκτινηδόν]] <b>επίρρ.</b> (Α) [[ἀκτίς]]<br />με τη [[μορφή]] ακτίνας, σαν [[ακτίνα]]. | |mltxt=[[ἀκτινηδόν]] <b>επίρρ.</b> (Α) [[ἀκτίς]]<br />με τη [[μορφή]] ακτίνας, σαν [[ακτίνα]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἀκτῑνηδόν:''' ([[ἀκτίς]]), επίρρ., όπως μια [[ακτίνα]], σε Λουκ. | |||
}} | }} |
Revision as of 17:44, 30 December 2018
English (LSJ)
Adv.
A like a ray, Luc.Salt.18.
German (Pape)
[Seite 86] strahlenförmig, Luc. Salt. 18.
Greek (Liddell-Scott)
ἀκτῑνηδόν: ἐπίρρ., ἐν εἴδει ἀκτῖνος, Λουκ. περὶ Ὀρχ. 18.
French (Bailly abrégé)
adv.
en forme de rayons.
Étymologie: ἀκτίς, -δον.
Spanish (DGE)
adv. a la manera de rayos Αἰθίοπες ... περιδέοντες αὐτῇ (κεφαλῇ) ἀκτινηδὸν τὰ βέλη Luc.Salt.18.
Greek Monolingual
ἀκτινηδόν επίρρ. (Α) ἀκτίς
με τη μορφή ακτίνας, σαν ακτίνα.