ἀμεταπτωσία: Difference between revisions
From LSJ
ὀψὲ θεῶν ἀλέουσι μύλοι, ἀλέουσι δὲ λεπτά → the millstones of the gods grind late, but they grind fine | the mills of God grind slowly, but they grind exceedingly small
(big3_3) |
(3) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ας, ἡ<br />[[firmeza de ánimo]], Arr.<i>Epict</i>.3.2.9, Hierocl.p.48. | |dgtxt=-ας, ἡ<br />[[firmeza de ánimo]], Arr.<i>Epict</i>.3.2.9, Hierocl.p.48. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἀμεταπτωσία]], η (Α) [[ἀμετάπτωτος]]<br />το να [[είναι]] [[κάτι]] αμετάπτωτο, η [[σταθερότητα]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:19, 29 September 2017
English (LSJ)
ἡ,
A unchangeableness, Arr.Epict.3.2.8, Hierocl.p.48.7A.
German (Pape)
[Seite 122] ἡ, Unwandelbarkeit, Hierocl.
Greek (Liddell-Scott)
ἀμεταπτωσία: ἡ, = τὸ ἀμετάβλητον, ἡ σταθερότης τοῦ ἀμεταπτώτου, Ἀρρ. Ἐπίκτ. 3. 2, 8, Ἱεροκλ.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
firmeza de ánimo, Arr.Epict.3.2.9, Hierocl.p.48.
Greek Monolingual
ἀμεταπτωσία, η (Α) ἀμετάπτωτος
το να είναι κάτι αμετάπτωτο, η σταθερότητα.