ἐναροκτάντας: Difference between revisions
ὦ δυσπάλαιστον γῆρας, ὡς μισῶ σ' ἔχων, μισῶ δ' ὅσοι χρῄζουσιν ἐκτείνειν βίον, βρωτοῖσι καὶ ποτοῖσι καὶ μαγεύμασι παρεκτρέποντες ὀχετὸν ὥστε μὴ θανεῖν: οὓς χρῆν, ἐπειδὰν μηδὲν ὠφελῶσι γῆν, θανόντας ἔρρειν κἀκποδὼν εἶναι νέοις → Old age, resistless foe, how do I loathe your presence! Them too I loathe, whoever desire to lengthen out the span of life, seeking to turn the tide of death aside by food and drink and magic spells; those whom death should take away to leave the young their place, when they no more can benefit the world
(big3_14) |
(11) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=(ἐνᾰροκτάντας) -ου, ὁ [[que mata y se lleva los despojos]] A.<i>Fr</i>.151. | |dgtxt=(ἐνᾰροκτάντας) -ου, ὁ [[que mata y se lleva los despojos]] A.<i>Fr</i>.151. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἐναροκτάντας]], ο (δωρ. τ. [[αντί]] <i>ἐναροκτάντης</i>) (Α) [[έναρα]] <span style="color: red;">+</span> [[κτείνω]]]]<br /><b>1.</b> αυτός που σκοτώνει και σκυλεύει<br /><b>2.</b> ο [[ανδροφόνος]], ο φονεύων άνδρες. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:28, 29 September 2017
English (LSJ)
Dor. for -της, ου, ὁ,
A spoiler and slayer, of death, A. Fr.151 (lyr.).
German (Pape)
[Seite 830] ὁ, der Getödteten beraubend, tödtend, Aesch. frg. 144.
Greek (Liddell-Scott)
ἐνᾰροκτάντας: Δωρ. ἀντὶ ἐναροκτάντης, ἀνδροφόνος, ἐπὶ τοῦ θανάτου, Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 152, πρβλ. Ἑρμάννου Πονημάτ. (Opusc.) 5. 149, κἑξ.
Spanish (DGE)
(ἐνᾰροκτάντας) -ου, ὁ que mata y se lleva los despojos A.Fr.151.
Greek Monolingual
ἐναροκτάντας, ο (δωρ. τ. αντί ἐναροκτάντης) (Α) έναρα + κτείνω]]
1. αυτός που σκοτώνει και σκυλεύει
2. ο ανδροφόνος, ο φονεύων άνδρες.