κυσολάκων: Difference between revisions

From LSJ

Ψυχῆς γὰρ οὐδέν ἐστι τιμιώτερον → Nil reperiri carius vita potest → Kein Gut ist als das Leben wertvoller

Menander, Monostichoi, 552
(6_22)
(22)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κυσολάκων''': -ωνος, ὁ, = [[παιδεραστής]], [[ἐπειδὴ]] οἱ Σπαρτιᾶται κατηγοροῦντο ἐπὶ τοιαύτῃ συνηθείᾳ, Ἀρίσταρχ. παρ’ Ἡσυχ., Φώτ.
|lstext='''κυσολάκων''': -ωνος, ὁ, = [[παιδεραστής]], [[ἐπειδὴ]] οἱ Σπαρτιᾶται κατηγοροῦντο ἐπὶ τοιαύτῃ συνηθείᾳ, Ἀρίσταρχ. παρ’ Ἡσυχ., Φώτ.
}}
{{grml
|mltxt=[[κυσολάκων]], -ωνος, ὁ (Α)<br />(για τους Σπαρτιάτες) [[παιδεραστής]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κυσός]] <span style="color: red;">+</span> [[Λάκων]] «[[Σπαρτιάτης]]»].
}}
}}

Revision as of 06:42, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κῡσολάκων Medium diacritics: κυσολάκων Low diacritics: κυσολάκων Capitals: ΚΥΣΟΛΑΚΩΝ
Transliteration A: kysolákōn Transliteration B: kysolakōn Transliteration C: kysolakon Beta Code: kusola/kwn

English (LSJ)

[ᾰ], ωνος, ὁ,

   A = παιδεραστής, from the Spartans being accused of the practice, Aristarch. ap. Hsch., Com.Adesp.1063.

German (Pape)

[Seite 1538] ωνος, ὁ, ein Knabenschänder, wie die Lakonen, denen man dies Laster besonders vorwarf, VLL.

Greek (Liddell-Scott)

κυσολάκων: -ωνος, ὁ, = παιδεραστής, ἐπειδὴ οἱ Σπαρτιᾶται κατηγοροῦντο ἐπὶ τοιαύτῃ συνηθείᾳ, Ἀρίσταρχ. παρ’ Ἡσυχ., Φώτ.

Greek Monolingual

κυσολάκων, -ωνος, ὁ (Α)
(για τους Σπαρτιάτες) παιδεραστής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κυσός + Λάκων «Σπαρτιάτης»].