διαβύω: Difference between revisions

From LSJ

τῶν οἰκιῶν ὑμῶν ἐμπιπραμένων αὐτοὶ ᾄδετε → your homes are on fire and all you can do is sing

Source
(6_22)
(9)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''διαβύω''': ὠθῶ [[οὕτως]] [[ὥστε]] νὰ φράξω, νὰ στουπώσω, Ἱππ. 260. 48. - Μέσ. (ἐκ τοῦ -[[βυνέω]]), διαβυνέονται ὀϊστοὺς διὰ τῆς ἀριστερῆς, διαπερῶσι βέλη διὰ τῆς ἀριστερᾶς των χειρός, Ἡρόδ. 4. 71.- Παθ., [[πηδάλιον]] διὰ τῆς τρόπιος διαβύνεται ([[ἴσως]] -έεται), κατασκευάζεται [[οὕτως]] [[ὥστε]] νὰ περᾷ διὰ τῆς τρόπιδος, ὁ αὐτ. 2. 96.
|lstext='''διαβύω''': ὠθῶ [[οὕτως]] [[ὥστε]] νὰ φράξω, νὰ στουπώσω, Ἱππ. 260. 48. - Μέσ. (ἐκ τοῦ -[[βυνέω]]), διαβυνέονται ὀϊστοὺς διὰ τῆς ἀριστερῆς, διαπερῶσι βέλη διὰ τῆς ἀριστερᾶς των χειρός, Ἡρόδ. 4. 71.- Παθ., [[πηδάλιον]] διὰ τῆς τρόπιος διαβύνεται ([[ἴσως]] -έεται), κατασκευάζεται [[οὕτως]] [[ὥστε]] νὰ περᾷ διὰ τῆς τρόπιδος, ὁ αὐτ. 2. 96.
}}
{{grml
|mltxt=[[διαβύω]] (Α)<br />ωθώ, [[εισάγω]], [[διαπερνώ]] [[έτσι]] ώστε να φράξω [[κάτι]].
}}
}}

Revision as of 07:03, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διαβύω Medium diacritics: διαβύω Low diacritics: διαβύω Capitals: ΔΙΑΒΥΩ
Transliteration A: diabýō Transliteration B: diabyō Transliteration C: diavyo Beta Code: diabu/w

English (LSJ)

   A thrust through, ἐς τὸ στόμα Hp.Superf.5:—Med. (from δια-βυνέω), διαβυνέονται ὀϊστοὺς διὰ τῆς ἀριστερῆς they pass arrows through their left hand, Hdt.4.71:—Pass. (from δια-βύνω), πηδάλιον διὰ τῆς τρόπιος διαβύνεται is passed through the keel, Id.2.96.

Greek (Liddell-Scott)

διαβύω: ὠθῶ οὕτως ὥστε νὰ φράξω, νὰ στουπώσω, Ἱππ. 260. 48. - Μέσ. (ἐκ τοῦ -βυνέω), διαβυνέονται ὀϊστοὺς διὰ τῆς ἀριστερῆς, διαπερῶσι βέλη διὰ τῆς ἀριστερᾶς των χειρός, Ἡρόδ. 4. 71.- Παθ., πηδάλιον διὰ τῆς τρόπιος διαβύνεται (ἴσως -έεται), κατασκευάζεται οὕτως ὥστε νὰ περᾷ διὰ τῆς τρόπιδος, ὁ αὐτ. 2. 96.

Greek Monolingual

διαβύω (Α)
ωθώ, εισάγω, διαπερνώ έτσι ώστε να φράξω κάτι.