μνιός: Difference between revisions

From LSJ

Μὴ πρὸς τὸ κέρδος πανταχοῦ πειρῶ βλέπειν → Noli perpetuo vertere oculos ad lucrumGewinnsucht habe nirgendwo allein im Blick

Menander, Monostichoi, 364
(6_1)
(25)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μνιός''': [[ἁπαλός]], παρ’ Εὐφορίωνι ἐν Ἀνεκδ. Κραμ. τ. 2, σ. 378, 1, Ἡσύχ. ἐν λέξ. μνοῖον.
|lstext='''μνιός''': [[ἁπαλός]], παρ’ Εὐφορίωνι ἐν Ἀνεκδ. Κραμ. τ. 2, σ. 378, 1, Ἡσύχ. ἐν λέξ. μνοῖον.
}}
{{grml
|mltxt=[[μνιός]] (Α)<br />[[απαλός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Υποχωρητ. [[σχηματισμός]] από [[μνίον]].
}}
}}

Revision as of 07:27, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μνιός Medium diacritics: μνιός Low diacritics: μνιός Capitals: ΜΝΙΟΣ
Transliteration A: mniós Transliteration B: mnios Transliteration C: mnios Beta Code: mnio/s

English (LSJ)

   A = ἁπαλός, Euph.156, cf. Hsch. s.v. μνοῖον.

German (Pape)

[Seite 196] = ἁπαλός, Mein. Euphor. fr. 137.

Greek (Liddell-Scott)

μνιός: ἁπαλός, παρ’ Εὐφορίωνι ἐν Ἀνεκδ. Κραμ. τ. 2, σ. 378, 1, Ἡσύχ. ἐν λέξ. μνοῖον.

Greek Monolingual

μνιός (Α)
απαλός.
[ΕΤΥΜΟΛ. Υποχωρητ. σχηματισμός από μνίον.