μόροττον: Difference between revisions

From LSJ

ἀκίνδυνοι δ' ἀρεταὶ οὔτε παρ' ἀνδράσιν οὔτ' ἐν ναυσὶ κοίλαις τίμιαι → but excellence without danger is honored neither among men nor in hollow ships

Source
(6_21)
(25)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μόροττον''': τό, «ἐκ φλοιοῦ [[πλέγμα]] τι, ᾦ ἔτυπτον ἀλλήλους τοῖς Δημητρίοις» Ἡσύχ.
|lstext='''μόροττον''': τό, «ἐκ φλοιοῦ [[πλέγμα]] τι, ᾦ ἔτυπτον ἀλλήλους τοῖς Δημητρίοις» Ἡσύχ.
}}
{{grml
|mltxt=[[μόροττον]], τὸ (Α)<br />[[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>) «ἐκ φλοιοῡ πλέγμά τι, ᾧ ἔτυπτον ἀλλήλους τοῑς Δημητρίοις».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πρόκειται πιθ. για δάνεια λ.].
}}
}}

Revision as of 07:27, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μόροττον Medium diacritics: μόροττον Low diacritics: μόροττον Capitals: ΜΟΡΟΤΤΟΝ
Transliteration A: mórotton Transliteration B: morotton Transliteration C: morotton Beta Code: mo/rotton

English (LSJ)

τό,

   A basket made of bark, used in festivals of Demeter, Hsch.

German (Pape)

[Seite 208] τό, nach Hesych. πλέγμα ἐκ φλοιοῦ, im Dienste der Ceres gebraucht.

Greek (Liddell-Scott)

μόροττον: τό, «ἐκ φλοιοῦ πλέγμα τι, ᾦ ἔτυπτον ἀλλήλους τοῖς Δημητρίοις» Ἡσύχ.

Greek Monolingual

μόροττον, τὸ (Α)
κατά τον Ησύχ.) «ἐκ φλοιοῡ πλέγμά τι, ᾧ ἔτυπτον ἀλλήλους τοῑς Δημητρίοις».
[ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται πιθ. για δάνεια λ.].