μελαγχρής: Difference between revisions
From LSJ
κατὰ τὸ φιλόκαλον πειραθέντα κατανοῆσαι → see by working out the calculation
(13_3) |
(24) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0118.png Seite 118]] ές, att. = [[μελάγχροος]], vgl. Mein. Men. p. 281; μελαγχρῆ μᾶζαν, Polioch. bei Ath. II, 60 b, wie μάζης μελαγχρῆ μερίδα, Antiphan. ibd. IV, 161 a. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0118.png Seite 118]] ές, att. = [[μελάγχροος]], vgl. Mein. Men. p. 281; μελαγχρῆ μᾶζαν, Polioch. bei Ath. II, 60 b, wie μάζης μελαγχρῆ μερίδα, Antiphan. ibd. IV, 161 a. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[μελαγχρής]], -ές (ΑM)<br />[[μελάγχρους]], [[μελαχρινός]], [[μελαψός]] («εἴδομεν άνδρα μελαγχρῆ», <b>Ευστ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μέλας]], -<i>ανος</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>χρής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[χρώς]] «[[επιδερμίδα]]»), <b>[[πρβλ]].</b> <i>αμβλη</i>-<i>χρής</i>]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:36, 29 September 2017
German (Pape)
[Seite 118] ές, att. = μελάγχροος, vgl. Mein. Men. p. 281; μελαγχρῆ μᾶζαν, Polioch. bei Ath. II, 60 b, wie μάζης μελαγχρῆ μερίδα, Antiphan. ibd. IV, 161 a.
Greek Monolingual
μελαγχρής, -ές (ΑM)
μελάγχρους, μελαχρινός, μελαψός («εἴδομεν άνδρα μελαγχρῆ», Ευστ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέλας, -ανος + -χρής (< χρώς «επιδερμίδα»), πρβλ. αμβλη-χρής].