νεκρεγερσία: Difference between revisions

From LSJ

Τὰς γὰρ ἡδονὰς ὅταν προδῶσιν ἄνδρες, οὐ τίθημ' ἐγὼ ζῆν τοῦτον, ἀλλ' ἔμψυχον ἡγοῦμαι νεκρόν → But when people lose their pleasures, I do not consider this liferather, it is just a corpse with a soul

Sophocles, Antigone, 1165-7
(6_10)
(26)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''νεκρεγερσία''': ἡ, ἀντὶ νεκρῶν [[ἔγερσις]] Ψευδο-Χρυσ. τ. 7, σ. 332, 21· [[ὡσαύτως]] (ἧττον ὀρθῶς), νεκρέγερσις, Γρ. Ναζ. τ. 2, 258· ― νεκρεγέρτης, ὁ, ὁ τοὺς νεκροὺς ἐγείρων, [[αὐτόθι]].
|lstext='''νεκρεγερσία''': ἡ, ἀντὶ νεκρῶν [[ἔγερσις]] Ψευδο-Χρυσ. τ. 7, σ. 332, 21· [[ὡσαύτως]] (ἧττον ὀρθῶς), νεκρέγερσις, Γρ. Ναζ. τ. 2, 258· ― νεκρεγέρτης, ὁ, ὁ τοὺς νεκροὺς ἐγείρων, [[αὐτόθι]].
}}
{{grml
|mltxt=η (ΑΜ [[νεκρεγερσία]]) [[νεκρεγέρτης]]<br />η [[νεκρανάσταση]].
}}
}}

Revision as of 11:56, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 237] ἡ, Todtenerweckung, K. S.

Greek (Liddell-Scott)

νεκρεγερσία: ἡ, ἀντὶ νεκρῶν ἔγερσις Ψευδο-Χρυσ. τ. 7, σ. 332, 21· ὡσαύτως (ἧττον ὀρθῶς), νεκρέγερσις, Γρ. Ναζ. τ. 2, 258· ― νεκρεγέρτης, ὁ, ὁ τοὺς νεκροὺς ἐγείρων, αὐτόθι.

Greek Monolingual

η (ΑΜ νεκρεγερσία) νεκρεγέρτης
η νεκρανάσταση.