πάγξενος: Difference between revisions

From LSJ

Γονεῖς δὲ τίμα καὶ φίλους εὐεργέτει → Reverens parentum sis, amicis beneficus → Die Eltern ehre, deinen Freunden tue wohl

Menander, Monostichoi, 105
(6_19)
(30)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πάγξενος''': -ον, τοῖς ξένοις πᾶσι [[κοινός]], φιλοξενότατος, Σοφοκλ. Ἀποσπ. 68, Βακχυλ. X(XI), 28, ὦ [[δέσποινα]] παγξε[ίνου πέδου], XII (XIII), 95.
|lstext='''πάγξενος''': -ον, τοῖς ξένοις πᾶσι [[κοινός]], φιλοξενότατος, Σοφοκλ. Ἀποσπ. 68, Βακχυλ. X(XI), 28, ὦ [[δέσποινα]] παγξε[ίνου πέδου], XII (XIII), 95.
}}
{{grml
|mltxt=[[πάγξενος]], -ον (Α)<br />ο πολύ [[φιλόξενος]], ο [[κοινός]] σε όλους τους ξένους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>παν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ξένος]] (<b>πρβλ.</b> [[φιλόξενος]])].
}}
}}

Revision as of 12:04, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πάγξενος Medium diacritics: πάγξενος Low diacritics: πάγξενος Capitals: ΠΑΓΞΕΝΟΣ
Transliteration A: pánxenos Transliteration B: panxenos Transliteration C: pagksenos Beta Code: pa/gcenos

English (LSJ)

ον,

   A all-hospitable, common to all, S.Fr.378.1.

German (Pape)

[Seite 436] allgastlich, allen Fremden gemein, πολὺν ἀγῶνα πάγξεν' ἀγκηρύσσεται, Soph. frg. 18 bei Ath. XI, 466 b.

Greek (Liddell-Scott)

πάγξενος: -ον, τοῖς ξένοις πᾶσι κοινός, φιλοξενότατος, Σοφοκλ. Ἀποσπ. 68, Βακχυλ. X(XI), 28, ὦ δέσποινα παγξε[ίνου πέδου], XII (XIII), 95.

Greek Monolingual

πάγξενος, -ον (Α)
ο πολύ φιλόξενος, ο κοινός σε όλους τους ξένους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παν- + ξένος (πρβλ. φιλόξενος)].