περιχανδής: Difference between revisions
From LSJ
αἵματος ῥυέντος ἐκχλοιοῦνται → when the blood runs, they turn pale
(6_8) |
(32) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''περιχανδής''': -ές, πολλὰ περιέχων, περιλαμβάνων, Νίκ. παρ’ Ἀθην. 372Ε. | |lstext='''περιχανδής''': -ές, πολλὰ περιέχων, περιλαμβάνων, Νίκ. παρ’ Ἀθην. 372Ε. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ες, Α<br />αυτός που έχει [[μεγάλη]] [[χωρητικότητα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>περι</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>χανδής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[χανδάνω]] «[[χωρώ]], [[περιλαμβάνω]]»), <b>πρβλ.</b> <i>ευ</i>-<i>χανδής</i>]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:04, 29 September 2017
English (LSJ)
ές,
A capacious, χύτρος Nic.Fr.72.3.
German (Pape)
[Seite 600] ές, viel fassend, χύτρος, Nic. bei Ath. IX, 372 e.
Greek (Liddell-Scott)
περιχανδής: -ές, πολλὰ περιέχων, περιλαμβάνων, Νίκ. παρ’ Ἀθην. 372Ε.
Greek Monolingual
-ες, Α
αυτός που έχει μεγάλη χωρητικότητα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + -χανδής (< χανδάνω «χωρώ, περιλαμβάνω»), πρβλ. ευ-χανδής].