πάτελλα: Difference between revisions

31
(6_9)
(31)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πάτελλα''': ἡ, = [[πατάνη]], Λατιν. patella, [[Πολυδ]]. Ϛ΄, 85., Ι΄, 107· ― ὑποκορ. πᾰτέλλιον, τό, ὁ αὐτ. Ϛ΄, 90.
|lstext='''πάτελλα''': ἡ, = [[πατάνη]], Λατιν. patella, [[Πολυδ]]. Ϛ΄, 85., Ι΄, 107· ― ὑποκορ. πᾰτέλλιον, τό, ὁ αὐτ. Ϛ΄, 90.
}}
{{grml
|mltxt=ἡ, Α<br />[[πατάνη]], [[πιατέλα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Δάνειο από το λατ. <i>patella</i> (υποκορ. του <i>patera</i> <b>βλ.</b> <i>λ</i>. [[πατάνη]]), απ' όπου το γαλλ. <i>poele</i> «[[τηγάνι]]»].
}}
}}