πενταχοίνικος: Difference between revisions

From LSJ

κεῖται μὲν γαίῃ φθίμενον δέμας, ἡ δὲ δοθεῖσα ψυχή μοι ναίει δώματ' ἐπουράνια → my body lies mouldering in the ground, but the soul entrusted to me dwells in heavenly abodes

Source
(6_18)
(31)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''πενταχοίνῐκος''': -ον, ὁ χωρῶν [[πέντε]] χοίνικας, «μέτρων δὲ ὀνόματα [[μέδιμνος]], …, [[χοῖνιξ]], τριχοίνικον, πενταχοίνικον» κτλ. [[Πολυδ]]. Δ΄, 168.
|lstext='''πενταχοίνῐκος''': -ον, ὁ χωρῶν [[πέντε]] χοίνικας, «μέτρων δὲ ὀνόματα [[μέδιμνος]], …, [[χοῖνιξ]], τριχοίνικον, πενταχοίνικον» κτλ. [[Πολυδ]]. Δ΄, 168.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />αυτός που έχει [[χωρητικότητα]] [[πέντε]] χοινίκων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πεντα</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>χοίνικος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[χοῖνιξ]], -<i>ικος</i>), <b>πρβλ.</b> <i>τρι</i>-<i>χοίνικος</i>].
}}
}}

Revision as of 12:15, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πεντᾰχοίνῐκος Medium diacritics: πενταχοίνικος Low diacritics: πενταχοίνικος Capitals: ΠΕΝΤΑΧΟΙΝΙΚΟΣ
Transliteration A: pentachoínikos Transliteration B: pentachoinikos Transliteration C: pentachoinikos Beta Code: pentaxoi/nikos

English (LSJ)

ον,

   A containing five χοίνικες, Poll.4.168.

Greek (Liddell-Scott)

πενταχοίνῐκος: -ον, ὁ χωρῶν πέντε χοίνικας, «μέτρων δὲ ὀνόματα μέδιμνος, …, χοῖνιξ, τριχοίνικον, πενταχοίνικον» κτλ. Πολυδ. Δ΄, 168.

Greek Monolingual

-ον, Α
αυτός που έχει χωρητικότητα πέντε χοινίκων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πεντα- + -χοίνικος (< χοῖνιξ, -ικος), πρβλ. τρι-χοίνικος].