σπιλωτός: Difference between revisions

From LSJ

ἄμεινον γὰρ ἑαυτῷ φυλάττειν τὴν ἐλευθερίαν τοῦ ἑτέρων ἀφαιρεῖσθαι → for it is better to guard one's own freedom than to deprive another of his

Source
(6_10)
(38)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''σπῐλωτός''': -ή, -όν, ([[σπιλόω]]) κεκηλιδωμένος, «λερωμένος», Γλωσσ.
|lstext='''σπῐλωτός''': -ή, -όν, ([[σπιλόω]]) κεκηλιδωμένος, «λερωμένος», Γλωσσ.
}}
{{grml
|mltxt=-ή, -ό / [[σπιλωτός]], -ή, -όν, ΝΑ [[σπιλῶ</i>, -<i>ώνω]]<br />αυτός που έχει κηλίδες, στίγματα.
}}
}}

Revision as of 12:31, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σπῐλωτός Medium diacritics: σπιλωτός Low diacritics: σπιλωτός Capitals: ΣΠΙΛΩΤΟΣ
Transliteration A: spilōtós Transliteration B: spilōtos Transliteration C: spilotos Beta Code: spilwto/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A stained, Gloss.

German (Pape)

[Seite 921] befleckt, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

σπῐλωτός: -ή, -όν, (σπιλόω) κεκηλιδωμένος, «λερωμένος», Γλωσσ.

Greek Monolingual

-ή, -ό / σπιλωτός, -ή, -όν, ΝΑ [[σπιλῶ, -ώνω]]
αυτός που έχει κηλίδες, στίγματα.