συνδιαθερμαίνω: Difference between revisions
From LSJ
Κύριε, βοήθησον τὸν δοῦλον σου Νῖλον κτλ. → Lord, help your slave Nilos ... (mosaic inscription from 4th-cent. church in the Negev)
(6_1) |
(39) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''συνδιαθερμαίνω''': [[διαθερμαίνω]] [[ὁμοῦ]], Ἱππ. 458. 10. | |lstext='''συνδιαθερμαίνω''': [[διαθερμαίνω]] [[ὁμοῦ]], Ἱππ. 458. 10. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ΜΑ [[διαθερμαίνω]]<br />[[θερμαίνω]] [[κάτι]] σε όλη του τη [[μάζα]] [[μαζί]] ή ταυτόχρονα με [[κάτι]] [[άλλο]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:34, 29 September 2017
English (LSJ)
A warm thoroughly together, Hp.Morb.1.24.
German (Pape)
[Seite 1007] mit od. zugleich durchwärmen, Hippocr.
Greek (Liddell-Scott)
συνδιαθερμαίνω: διαθερμαίνω ὁμοῦ, Ἱππ. 458. 10.
Greek Monolingual
ΜΑ διαθερμαίνω
θερμαίνω κάτι σε όλη του τη μάζα μαζί ή ταυτόχρονα με κάτι άλλο.