ὑπεικτικός: Difference between revisions
From LSJ
Δίκαιος ἐὰν ᾖς, πανταχοῦ τῷ τρόπῳ χρήσῃ νόμῳ († λαληθήσῃ) → Si iustus es pro lege tibi mores erunt → Bist du gerecht, ist dein Charakter dir Gesetz (wirst du in aller Munde sein)
(6_11) |
(43) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ὑπεικτικός''': -ή, -όν, ὑποχωρῶν, [[ἐνδοτικός]], Ἀριστ. π. Γεν. καὶ Φθορ. 1. 8, 16. | |lstext='''ὑπεικτικός''': -ή, -όν, ὑποχωρῶν, [[ἐνδοτικός]], Ἀριστ. π. Γεν. καὶ Φθορ. 1. 8, 16. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ή, -όν, Α [[ὑπείκω]]<br />[[ενδοτικός]], [[υποχωρητικός]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:46, 29 September 2017
English (LSJ)
ή, όν,
A disposed to yield, yielding, Arist.GC326a14.
German (Pape)
[Seite 1184] nachgiebig (?).
Greek (Liddell-Scott)
ὑπεικτικός: -ή, -όν, ὑποχωρῶν, ἐνδοτικός, Ἀριστ. π. Γεν. καὶ Φθορ. 1. 8, 16.
Greek Monolingual
-ή, -όν, Α ὑπείκω
ενδοτικός, υποχωρητικός.