τρηχαλέος: Difference between revisions

From LSJ

Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος ἰσχυρός, Ἅγιος ἀθάνατος, ἐλέησον ἡμᾶςholy God, holy Mighty, holy Immortal, have mercy on us

Source
(6_11)
(41)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''τρηχᾰλέος''': -η, -ον, ποιητ. ἀντὶ τρηχύς, [[τραχύς]], Ἀνθ. Π. 5. 292., 6. 63, 64, Πλαν. 113.
|lstext='''τρηχᾰλέος''': -η, -ον, ποιητ. ἀντὶ τρηχύς, [[τραχύς]], Ἀνθ. Π. 5. 292., 6. 63, 64, Πλαν. 113.
}}
{{grml
|mltxt=-α, -ον, Α<br />(ποιητ. τ. [[αντί]] [[τρηχύς]]) [[τραχύς]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τρηχύς]], ιων. τ. του [[τραχύς]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>αλέος</i> (<b>πρβλ.</b> <i>λυσσ</i>-<i>αλέος</i>)].
}}
}}

Revision as of 12:47, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρηχᾰλέος Medium diacritics: τρηχαλέος Low diacritics: τρηχαλέος Capitals: ΤΡΗΧΑΛΕΟΣ
Transliteration A: trēchaléos Transliteration B: trēchaleos Transliteration C: trichaleos Beta Code: trhxale/os

English (LSJ)

η, ον, poet. for τρηχύς, Pancrat.Oxy.1085.11, Marc. SId.27, AP5.291.6 (Agath.), 6.63 (Damoch.), 64 (Paul. Sil.), APl. 4.113 (Jul.).

Greek (Liddell-Scott)

τρηχᾰλέος: -η, -ον, ποιητ. ἀντὶ τρηχύς, τραχύς, Ἀνθ. Π. 5. 292., 6. 63, 64, Πλαν. 113.

Greek Monolingual

-α, -ον, Α
(ποιητ. τ. αντί τρηχύς) τραχύς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τρηχύς, ιων. τ. του τραχύς + επίθημα -αλέος (πρβλ. λυσσ-αλέος)].