ίβις: Difference between revisions

From LSJ

Λεύσσετε, Θήβης οἱ κοιρανίδαι τὴν βασιλειδᾶν μούνην λοιπήν, οἷα πρὸς οἵων ἀνδρῶν πάσχω → See, you leaders of Thebes, what sorts of things I, its last princess, suffer at the hands of such men

Sophocles, Antigone, 940-942
(17)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ἡ (ΑΜ [[ἶβις]], -ιος και -εως και -ιδος)<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[γένος]] πελαγόμορφων πουλιών της οικογένειας theskiornithidae<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />λιμνόβιο [[ιερό]] αιγυπτιακό [[πτηνό]] στο οποίο αποδίδονταν θεϊκές τιμές.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η αρχ. ελληνική λ. [[ίβις]] προήλθε από την αιγυπτιακή <i>hb</i>, <i>h</i><i>ī</i><i>b</i>. Η λ. ως [[επιστημονικός]] όρος [[είναι]] αντιδάνεια (<b>[[πρβλ]].</b> αγγλ. <i>ibis</i> <span style="color: red;"><</span> αρχ. [[ίβις]]).<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> <b>αρχ.</b> [[ιβιών]].<br /><b><span style="color: brown;">ΣΥΝΘ.</span></b> <b>αρχ.</b> [[ιβιοβοσκός]], [[ιβιοπρόσωπος]], [[ιβιοστολιστής]], [[ιβιοτάφος]]].
|mltxt=ἡ (ΑΜ [[ἶβις]], -ιος και -εως και -ιδος)<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[γένος]] πελαγόμορφων πουλιών της οικογένειας theskiornithidae<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />λιμνόβιο [[ιερό]] αιγυπτιακό [[πτηνό]] στο οποίο αποδίδονταν θεϊκές τιμές.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η αρχ. ελληνική λ. [[ίβις]] προήλθε από την αιγυπτιακή <i>hb</i>, <i>h</i><i>ī</i><i>b</i>. Η λ. ως [[επιστημονικός]] όρος [[είναι]] αντιδάνεια (πρβλ. αγγλ. <i>ibis</i> <span style="color: red;"><</span> αρχ. [[ίβις]]).<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> <b>αρχ.</b> [[ιβιών]].<br /><b><span style="color: brown;">ΣΥΝΘ.</span></b> <b>αρχ.</b> [[ιβιοβοσκός]], [[ιβιοπρόσωπος]], [[ιβιοστολιστής]], [[ιβιοτάφος]]].
}}
}}

Revision as of 09:00, 23 December 2018

Greek Monolingual

ἡ (ΑΜ ἶβις, -ιος και -εως και -ιδος)
νεοελλ.
γένος πελαγόμορφων πουλιών της οικογένειας theskiornithidae
μσν.-αρχ.
λιμνόβιο ιερό αιγυπτιακό πτηνό στο οποίο αποδίδονταν θεϊκές τιμές.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η αρχ. ελληνική λ. ίβις προήλθε από την αιγυπτιακή hb, hīb. Η λ. ως επιστημονικός όρος είναι αντιδάνεια (πρβλ. αγγλ. ibis < αρχ. ίβις).
ΠΑΡ. αρχ. ιβιών.
ΣΥΝΘ. αρχ. ιβιοβοσκός, ιβιοπρόσωπος, ιβιοστολιστής, ιβιοτάφος].