ἀγχιστήρ: Difference between revisions
From LSJ
Ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → But for extreme illnesses, extreme remedies, applied with severe exactitude, are the best (Hippocrates, Aphorism 6)
(big3_1) |
(2) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ῆρος, ὁ<br />[[el que aporta]], [[el que es causa de]] πάθους S.<i>Tr</i>.256, cf. <i>Fr.Lex.III</i>. | |dgtxt=-ῆρος, ὁ<br />[[el que aporta]], [[el que es causa de]] πάθους S.<i>Tr</i>.256, cf. <i>Fr.Lex.III</i>. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἀγχιστήρ:''' -ῆρος, ὁ, αυτός που φέρνει κοντά, [[άμεσος]] [[δράστης]], σε Σοφ. | |||
}} | }} |
Revision as of 17:09, 30 December 2018
English (LSJ)
ῆρος, ὁ,
A one who brings near, πάθους S.Tr.256.
Greek (Liddell-Scott)
ἀγχιστήρ: ῆρος, ὁ, ὁ φέρων πλησίον, ὁ ἐγγίζων (ἐνεργ. σημ.) μόνον παρὰ Σοφ. Τρ. 256, ἦ μὴν τὸν ἀγχιστῆρα τοῦδε τοῦ πάθους, τὸν πρόξενον τούτου τοῦ πάθους.
French (Bailly abrégé)
ῆρος (ὁ) :
qui est cause de.
Étymologie: ἄγχι.
Spanish (DGE)
-ῆρος, ὁ
el que aporta, el que es causa de πάθους S.Tr.256, cf. Fr.Lex.III.
Greek Monotonic
ἀγχιστήρ: -ῆρος, ὁ, αυτός που φέρνει κοντά, άμεσος δράστης, σε Σοφ.