ἀθυμητέον: Difference between revisions

From LSJ

ἄμπελον κόπτοντες τὴν περὶ τὸ ἱερὸν ἐσέβαλλον καὶ λίθους — → cutting down the vines 'round the sanctuary, they threw in rocks as well

Source
(big3_2)
(2)
Line 18: Line 18:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=[[hay que desanimarse]] οὐδ' ὣς ἡμῖν γε [[ἀθυμητέον]] X.<i>An</i>.3.2.23, οὐκ ἀ. τοῖς παροῦσι πράγμασιν D.4.2.
|dgtxt=[[hay que desanimarse]] οὐδ' ὣς ἡμῖν γε [[ἀθυμητέον]] X.<i>An</i>.3.2.23, οὐκ ἀ. τοῖς παροῦσι πράγμασιν D.4.2.
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀθῡμητέον:''' ρημ. επίθ., αυτό που πρέπει [[κάποιος]] να αποθαρρύνει, σε Ξεν.
}}
}}

Revision as of 17:18, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀθῡμητέον Medium diacritics: ἀθυμητέον Low diacritics: αθυμητέον Capitals: ΑΘΥΜΗΤΕΟΝ
Transliteration A: athymētéon Transliteration B: athymēteon Transliteration C: athymiteon Beta Code: a)qumhte/on

English (LSJ)

   A one must lose heart, X.An.3.2.23; οὐκ ἀ. τοῖς παροῦσι πράγμασιν D.4.2.

Greek (Liddell-Scott)

ἀθῡμητέον: ῥηματ. ἐπίθ. = πρέπει τις νὰ ἀθυμῇ, Ξεν. Ἀνάβ. 3. 2, 23· τοῖς παροῦσι πράγμασιν οὔτε ἀθ., Δημ. 40, 11.

French (Bailly abrégé)

adj. verb. de ἀθυμέω.

Spanish (DGE)

hay que desanimarse οὐδ' ὣς ἡμῖν γε ἀθυμητέον X.An.3.2.23, οὐκ ἀ. τοῖς παροῦσι πράγμασιν D.4.2.

Greek Monotonic

ἀθῡμητέον: ρημ. επίθ., αυτό που πρέπει κάποιος να αποθαρρύνει, σε Ξεν.