αἰσυμνητεία: Difference between revisions

From LSJ

ἐπάμεροι· τί δέ τις; τί δ' οὔ τις; σκιᾶς ὄναρ ἄνθρωπος → Neverlasting: What is a somebody? What is a nobody? You are a dream of a shadow | Creatures of a day. What is a someone, what is a no one? Man is the dream of a shade.

Source
(big3_2)
(2)
Line 18: Line 18:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ας, ἡ<br /><br /><b class="num">• Alolema(s):</b> [[αἰσυμνητίη]], -ης D.L.1.100<br />cargo de [[αἰσυμνήτης]], [[dictadura elegida]] αἱρετὴ τυραννίς Arist.<i>Pol</i>.1285<sup>b</sup>25, cf. D.L.1.100.
|dgtxt=-ας, ἡ<br /><br /><b class="num">• Alolema(s):</b> [[αἰσυμνητίη]], -ης D.L.1.100<br />cargo de [[αἰσυμνήτης]], [[dictadura elegida]] αἱρετὴ τυραννίς Arist.<i>Pol</i>.1285<sup>b</sup>25, cf. D.L.1.100.
}}
{{lsm
|lsmtext='''αἰσυμνητεία:''' ἡ, [[μοναρχία]] που έχει εκλεγεί από τον λαό, αιρετή [[μοναρχία]], σε Αριστ.
}}
}}

Revision as of 17:40, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: αἰσυμνητεία Medium diacritics: αἰσυμνητεία Low diacritics: αισυμνητεία Capitals: ΑΙΣΥΜΝΗΤΕΙΑ
Transliteration A: aisymnēteía Transliteration B: aisymnēteia Transliteration C: aisymniteia Beta Code: ai)sumnhtei/a

English (LSJ)

ἡ,

   A office of αἰσυμνήτης 11.1, = αἱρετὴ τυραννίς, Arist. Pol.1285b25, cf. D.L.1.100.

Greek (Liddell-Scott)

αἰσυμνητεία: ἡ, = αἱρετὴ τυραννίς, μοναρχία κατ’ ἐκλογὴν τῶν ὑπηκόων, Ἀριστ. Πολ. 3. 14, 14, Διογ. Λ. 1. 100.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
I. autorité d’un chef électif;
II. autorité, pouvoir, domination.
Étymologie: αἰσυμνήτης.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ

• Alolema(s): αἰσυμνητίη, -ης D.L.1.100
cargo de αἰσυμνήτης, dictadura elegida αἱρετὴ τυραννίς Arist.Pol.1285b25, cf. D.L.1.100.

Greek Monotonic

αἰσυμνητεία: ἡ, μοναρχία που έχει εκλεγεί από τον λαό, αιρετή μοναρχία, σε Αριστ.