μεταρσιολεσχία: Difference between revisions
From LSJ
Τὰ μηδὲν ὠφελοῦντα μὴ πόνει μάτην → Ne tu labores frustra in iis, quae nil iuvant → Müh nicht umsonst mit dem, was dir nichts nützt, dich ab
(25) |
(5) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[μεταρσιολεσχία]], ἡ (Α) [[μεταρσιολέσχης]]<br />η [[φλυαρία]] σχετικά με αφηρημένα και ασύλληπτα θέματα. | |mltxt=[[μεταρσιολεσχία]], ἡ (Α) [[μεταρσιολέσχης]]<br />η [[φλυαρία]] σχετικά με αφηρημένα και ασύλληπτα θέματα. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''μεταρσιολεσχία:''' ἡ ([[λέσχης]]), = [[μετεωρολογία]], σε Πλούτ. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:04, 30 December 2018
English (LSJ)
ἡ,
A = μετεωρολογία, Plu.Per.5.
German (Pape)
[Seite 153] ἡ, = μετεωρολογία, mit einer verächtlichen Nebenbedeutung des Schwatzens; Plut. Pericl. 5; D. L. 5, 43.
Greek (Liddell-Scott)
μεταρσιολεσχία: ἡ, = μετεωρολογία, Πλουτ. Περικλ. 5.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
bavardage dans les nues, càd sur des questions ardues ou inabordables.
Étymologie: μετάρσιος, λέσχη.
Greek Monolingual
μεταρσιολεσχία, ἡ (Α) μεταρσιολέσχης
η φλυαρία σχετικά με αφηρημένα και ασύλληπτα θέματα.
Greek Monotonic
μεταρσιολεσχία: ἡ (λέσχης), = μετεωρολογία, σε Πλούτ.