Μασσαλία: Difference between revisions
From LSJ
Γυνὴ δὲ χρηστὴ πηδάλιόν ἐστ' οἰκίας → Honesta mulier est gubernaculum domus → Des Hauses Steuerruder ist die brave Frau
(Bailly1_3) |
(5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ας (ἡ) :<br />Massalia (<i>auj.</i> Marseille) <i>cité de Gaule</i>.<br />'''Étymologie:'''. | |btext=ας (ἡ) :<br />Massalia (<i>auj.</i> Marseille) <i>cité de Gaule</i>.<br />'''Étymologie:'''. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''Μασσαλία:''' ἡ, Λατ. [[Massilia]], Marseilles, σε Θουκ. κ.λπ.· Marseillais ήταν Μασσαλιῶται ή -ῆται, <i>οἱ</i>, σε Δημ. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:40, 30 December 2018
English (LSJ)
ἡ, Marseilles, Th.1.13, Arist.Pol.1321a30, etc.:—hence Μασσᾰλιῶται or μασι-ῆται, οἱ, D. 32.8, D.S. 14.93, etc.:—Adj. μασι-ωτικός, ή, όν, Hp.Mul.1.78:—also Μασσᾰλιήτης
A οἶνος Ath.1.27c.
Greek (Liddell-Scott)
Μασσαλία: ἡ, Λατ. Massilia, Γαλ. Marseilles, Θουκ. 1. 13, Ἀριστ. Πολιτικ. 5. 6, 2, κτλ.· οἱ κάτοικοι ἐκαλοῦντο Μασσαλιῶται, ἢ -ῆται, οἱ, Δημ. 884. 15, Διόδ. 14. 93, κτλ.· - ἐπίθ. -ωτικός, ή, όν, Ἱππ. 626, κτλ.· - ὡσαύτως Μασσαλιήτης οἶνος Ἀθήν. 27C.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
Massalia (auj. Marseille) cité de Gaule.
Étymologie:.
Greek Monotonic
Μασσαλία: ἡ, Λατ. Massilia, Marseilles, σε Θουκ. κ.λπ.· Marseillais ήταν Μασσαλιῶται ή -ῆται, οἱ, σε Δημ.