θεόταυρος: Difference between revisions
From LSJ
Ἔνεγκε λύπην καὶ βλάβην εὐσχημόνως → Damna ac dolores disce generose pati → Mit schicklichem Anstand trage Trauer und Verlust
(17) |
(4) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[θεόταυρος]], ὁ (Α)<br />(ως επίθ. του [[Διός]] που μεταμορφώθηκε σε ταύρο) [[θεός]] και [[ταύρος]] [[μαζί]]. | |mltxt=[[θεόταυρος]], ὁ (Α)<br />(ως επίθ. του [[Διός]] που μεταμορφώθηκε σε ταύρο) [[θεός]] και [[ταύρος]] [[μαζί]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''θεόταυρος:''' ὁ, ο [[θεός]]-[[ταύρος]], προσωνύμιο του [[Δία]], σε Μόσχ. | |||
}} | }} |
Revision as of 23:28, 30 December 2018
English (LSJ)
ὁ,
A god-bull, a name for Zeus, Mosch.2.135.
German (Pape)
[Seite 1198] ὁ, Gottstier, der in einen Stier verwandelte Zeus, Mosch. 2, 131.
Greek (Liddell-Scott)
θεόταυρος: ὁ, ὁ θεὸς καὶ ταῦρος, ὄνομα τοῦ Δία, Μόσχ. 2. 131.
French (Bailly abrégé)
ου (ὁ) :
le dieu-taureau (Zeus).
Étymologie: θεός, ταῦρος.
Greek Monolingual
θεόταυρος, ὁ (Α)
(ως επίθ. του Διός που μεταμορφώθηκε σε ταύρο) θεός και ταύρος μαζί.