λιμοθνής: Difference between revisions

From LSJ

Τιμώμενοι γὰρ πάντες ἥδονται βροτοί → Omnes enim homines honorari expetunt → Denn alle Menschen sehen sich recht gern geehrt

Menander, Monostichoi, 513
(23)
(5)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[λιμοθνής]], -ῆτος, ὁ, ἡ (Α)<br />αυτός που πεθαίνει από την [[πείνα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[λιμός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>θνής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[θνήσκω]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>ανδρο</i>-<i>θνής</i>, <i>χειμο</i>-<i>θνής</i>].
|mltxt=[[λιμοθνής]], -ῆτος, ὁ, ἡ (Α)<br />αυτός που πεθαίνει από την [[πείνα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[λιμός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>θνής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[θνήσκω]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>ανδρο</i>-<i>θνής</i>, <i>χειμο</i>-<i>θνής</i>].
}}
{{lsm
|lsmtext='''λῑμοθνής:''' -ῆτος, ὁ, ἡ ([[θνῄσκω]]), αυτός που πεθαίνει από [[πείνα]], σε Αισχύλ.
}}
}}

Revision as of 00:12, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λῑμοθνής Medium diacritics: λιμοθνής Low diacritics: λιμοθνής Capitals: ΛΙΜΟΘΝΗΣ
Transliteration A: limothnḗs Transliteration B: limothnēs Transliteration C: limothnis Beta Code: limoqnh/s

English (LSJ)

ῆτος, ὁ, ἡ,

   A dying of hunger, A.Ag.1274.

Greek (Liddell-Scott)

λῑμοθνής: ῆτος, ὁ, ἡ, ἀποθνήσκων ἐκ τῆς πείνης, Αἰσχύλ. Ἀγ. 1274.

French (Bailly abrégé)

ῆτος (ὁ, ἡ)
qui meurt de faim.
Étymologie: λιμός, θνῄσκω.

Greek Monolingual

λιμοθνής, -ῆτος, ὁ, ἡ (Α)
αυτός που πεθαίνει από την πείνα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λιμός + -θνής (< θνήσκω), πρβλ. ανδρο-θνής, χειμο-θνής].

Greek Monotonic

λῑμοθνής: -ῆτος, ὁ, ἡ (θνῄσκω), αυτός που πεθαίνει από πείνα, σε Αισχύλ.