οἰνοχόημα: Difference between revisions
From LSJ
(28) |
(5) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[οἰνοχόημα]] τὸ (Α) [[οινοχοώ]]<br /><b>1.</b> ο [[οίνος]] που προσέφερε στους συνδαιτυμόνες, ο [[οινοχόος]]<br /><b>2.</b> (κατ επέκτ.) ο [[οίνος]] που προσφερόταν δωρεάν<br /><b>3.</b> [[εορτή]] [[κατά]] την οποία προσφερόταν [[οίνος]]. | |mltxt=[[οἰνοχόημα]] τὸ (Α) [[οινοχοώ]]<br /><b>1.</b> ο [[οίνος]] που προσέφερε στους συνδαιτυμόνες, ο [[οινοχόος]]<br /><b>2.</b> (κατ επέκτ.) ο [[οίνος]] που προσφερόταν δωρεάν<br /><b>3.</b> [[εορτή]] [[κατά]] την οποία προσφερόταν [[οίνος]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''οἰνοχόημα:''' -ατος, τό ([[οἰνοχοέω]]), [[γιορτή]], κατά τη [[διάρκεια]] της οποίας προσφερόταν [[κρασί]], σε Πλούτ. | |||
}} | }} |
Revision as of 00:32, 31 December 2018
English (LSJ)
ατος, τό, a festival
A at which wine was offered, Ephor. 80 J., Plu.Phoc.6, Polyaen.3.11.2.
Greek (Liddell-Scott)
οἰνοχόημα: τό, ἑορτή, καθ’ ἣν προσεφέρετο οἶνος, Πλουτ. Φωκ. 6.
French (Bailly abrégé)
ατος (τό) :
distribution du vin.
Étymologie: οἰνοχοέω.
Greek Monolingual
οἰνοχόημα τὸ (Α) οινοχοώ
1. ο οίνος που προσέφερε στους συνδαιτυμόνες, ο οινοχόος
2. (κατ επέκτ.) ο οίνος που προσφερόταν δωρεάν
3. εορτή κατά την οποία προσφερόταν οίνος.
Greek Monotonic
οἰνοχόημα: -ατος, τό (οἰνοχοέω), γιορτή, κατά τη διάρκεια της οποίας προσφερόταν κρασί, σε Πλούτ.