ὁποσάπους: Difference between revisions

From LSJ

ὑγίεια καὶ νοῦς ἀγαθὰ τῷ βίῳ δύο → health and brains are the two good things for life

Source
(29)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ὁποσάπους]], -ουν (Α)<br />(σε πλάγ. ερώτ.) πόσων ποδών ως [[προς]] το [[μήκος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὁπόσος]] <span style="color: red;">+</span> [[πούς]], <i>ποδός</i> (<b>πρβλ.</b> <i>οκτά</i>-[[πους]])].
|mltxt=[[ὁποσάπους]], -ουν (Α)<br />(σε πλάγ. ερώτ.) πόσων ποδών ως [[προς]] το [[μήκος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὁπόσος]] <span style="color: red;">+</span> [[πούς]], <i>ποδός</i> (<b>πρβλ.</b> <i>οκτά</i>-[[πους]])].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ὁποσάπους:''' ὁ, ἡ, -πουν, τό, πόσων ποδών [[μακρός]], σε Λουκ.
}}
}}

Revision as of 00:40, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὁποσάπους Medium diacritics: ὁποσάπους Low diacritics: οποσάπους Capitals: ΟΠΟΣΑΠΟΥΣ
Transliteration A: hoposápous Transliteration B: hoposapous Transliteration C: oposapous Beta Code: o(posa/pous

English (LSJ)

ὁ, ἡ, πουν, τό, gen. ποδος, in indirect questions,

   A how many feet long . ., Luc.Gall.9.

German (Pape)

[Seite 361] ποδος, wie vielfüßig, bes. wie viel Fuß lang, Luc. Gall. 9; vgl. Lob. Phryn. 663.

Greek (Liddell-Scott)

ὁποσάπους: ὁ, ἡ, -πουν, τό, = ὁπόσων ποδῶν· ― ἐπὶ πλαγίας ἐρωτήσεως, πόσων ποδῶν τὸ μῆκος, Λουκ. Ὄνειρ. ἢ Ἀλεκτ. 9.

French (Bailly abrégé)

ους, ουν ; gén. ὁποσάποδος
long de combien de pieds.
Étymologie: ὁπόσος, πούς.

Greek Monolingual

ὁποσάπους, -ουν (Α)
(σε πλάγ. ερώτ.) πόσων ποδών ως προς το μήκος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὁπόσος + πούς, ποδός (πρβλ. οκτά-πους)].

Greek Monotonic

ὁποσάπους: ὁ, ἡ, -πουν, τό, πόσων ποδών μακρός, σε Λουκ.