τυκτά: Difference between revisions
From LSJ
(42) |
(6) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=Α<br />([[κατά]] τον <b>Ηρόδ.</b>) «τέλειον δεῑπνον βασιλήϊον».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Λ. περσ. προέλευσης]. | |mltxt=Α<br />([[κατά]] τον <b>Ηρόδ.</b>) «τέλειον δεῑπνον βασιλήϊον».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Λ. περσ. προέλευσης]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''τυκτά:''' περσική [[λέξη]] (tacht), την οποία ο Ηρόδ. ερμηνεύει δια του τέλειον [[δεῖπνον]] βασιλήιον. | |||
}} | }} |
Revision as of 02:20, 31 December 2018
English (LSJ)
a Persian word, which Hdt. (9.110) translates by τέλειον δεῖπνον βασιλήϊον.
Greek (Liddell-Scott)
τυκτά: Περσικὴ λέξις (tacht), ἣν ὁ Ἡρόδ. 6. 110 ἑρμηνεύει διὰ τοῦ τέλειον δεῖπνον βασιλήιον.
French (Bailly abrégé)
achevé, accompli, somptueux (festin).
Étymologie: mot perse.
Greek Monolingual
Α
(κατά τον Ηρόδ.) «τέλειον δεῑπνον βασιλήϊον».
[ΕΤΥΜΟΛ. Λ. περσ. προέλευσης].
Greek Monotonic
τυκτά: περσική λέξη (tacht), την οποία ο Ηρόδ. ερμηνεύει δια του τέλειον δεῖπνον βασιλήιον.