τρισδύστηνος: Difference between revisions

From LSJ

βάκτρῳ δ' ἐρείδου περιφερῆ στίβον χθονός → support with a staff your steps that waver on the ground

Source
(6)
(4b)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''τρισδύστηνος:''' -ον, = το προηγ., σε Ανθ.
|lsmtext='''τρισδύστηνος:''' -ον, = το προηγ., σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''τρισδύστηνος:''' Anth. = [[τρισάθλιος]].
}}
}}

Revision as of 06:40, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρῐσδύστηνος Medium diacritics: τρισδύστηνος Low diacritics: τρισδύστηνος Capitals: ΤΡΙΣΔΥΣΤΗΝΟΣ
Transliteration A: trisdýstēnos Transliteration B: trisdystēnos Transliteration C: trisdystinos Beta Code: trisdu/sthnos

English (LSJ)

ον, = foreg., ib.9.574.

Greek (Liddell-Scott)

τρισδύστηνος: -ον, τρὶς δύστηνος, τρισάθλιος, τρισκακοδαίμων, Ἀνθ. Π. 9. 574.

Greek Monolingual

-ον, Α
ο τρεις φορές δύστηνος, πάρα πολύ κακότυχος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < επιτατ. τρισ- / τρι- + δύστηνος «δύστυχος»].

Greek Monotonic

τρισδύστηνος: -ον, = το προηγ., σε Ανθ.

Russian (Dvoretsky)

τρισδύστηνος: Anth. = τρισάθλιος.