σαργός: Difference between revisions

From LSJ

Γυνὴ τὸ σύνολόν ἐστι δαπανηρὸν φύσει → Natura fecit sumptuosas feminas → Es ist die Frau durchaus kostspielig von Natur

Menander, Monostichoi, 97
(36)
(4)
Line 12: Line 12:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο, ΝΜΑ<br />[[κοινή]], [[σήμερα]], [[ονομασία]] του περκόμορφου ψαριού Diplodus sargus της οικογένειας [[σπαρίδες]], συγγενικού με τον σπάρο, που αφθονεί στις ελληνικές θάλασσες<br /><b>αρχ.</b><br />το θαλάσσιο [[ψάρι]] [[κεστρεύς]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Δάνεια λ., άγνωστης ετυμολ., πιθ. μεσογειακής προέλευσης].
|mltxt=ο, ΝΜΑ<br />[[κοινή]], [[σήμερα]], [[ονομασία]] του περκόμορφου ψαριού Diplodus sargus της οικογένειας [[σπαρίδες]], συγγενικού με τον σπάρο, που αφθονεί στις ελληνικές θάλασσες<br /><b>αρχ.</b><br />το θαλάσσιο [[ψάρι]] [[κεστρεύς]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Δάνεια λ., άγνωστης ετυμολ., πιθ. μεσογειακής προέλευσης].
}}
{{elru
|elrutext='''σαργός:''' ὁ рыба сарг (Sparus Sargus) Arst., Plut.
}}
}}

Revision as of 08:04, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σαργός Medium diacritics: σαργός Low diacritics: σαργός Capitals: ΣΑΡΓΟΣ
Transliteration A: sargós Transliteration B: sargos Transliteration C: sargos Beta Code: sargo/s

English (LSJ)

(on the accent, v. Hdn.Gr.1.139), ὁ, a sea-fish, the

   A sargue, Sargus Rondeletii, Epich.55, Philyll.13, Diocl.Fr.135, Arist.HA 543a7, b15, 570a32, 591b19.

Greek Monolingual

ο, ΝΜΑ
κοινή, σήμερα, ονομασία του περκόμορφου ψαριού Diplodus sargus της οικογένειας σπαρίδες, συγγενικού με τον σπάρο, που αφθονεί στις ελληνικές θάλασσες
αρχ.
το θαλάσσιο ψάρι κεστρεύς.
[ΕΤΥΜΟΛ. Δάνεια λ., άγνωστης ετυμολ., πιθ. μεσογειακής προέλευσης].

Russian (Dvoretsky)

σαργός: ὁ рыба сарг (Sparus Sargus) Arst., Plut.