ὑπάρκτιος: Difference between revisions
From LSJ
Ἔνεγκε λύπην καὶ βλάβην εὐσχημόνως → Damna ac dolores disce generose pati → Mit schicklichem Anstand trage Trauer und Verlust
(6) |
(4b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ὑπάρκτιος:''' -ον ([[ἄρκτος]]), ο προς τον βορρά, σε Πλούτ. | |lsmtext='''ὑπάρκτιος:''' -ον ([[ἄρκτος]]), ο προς τον βορρά, σε Πλούτ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ὑπάρκτιος:''' обращенный к северу, северный (πάγοι Plut.). | |||
}} | }} |
Revision as of 11:32, 31 December 2018
English (LSJ)
ον, (ἄρκτος)
A towards the north, Plu.Mar.11, Sert.17.
German (Pape)
[Seite 1183] gegen Norden liegend, Plut. Sert. 17.
Greek (Liddell-Scott)
ὑπάρκτιος: -ον, πρὸς βορρᾶν, Πλουτ. Μάρ. 11, Σερτώρ. 17.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
exposé au nord.
Étymologie: ὑπό, ἄρκτος.
Greek Monolingual
-ον, Α
βόρειος («τῶν ὑπαρκτίων κλιμάτων», Πλούτ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)- + ἄρκτιος «βόρειος»].
Greek Monotonic
ὑπάρκτιος: -ον (ἄρκτος), ο προς τον βορρά, σε Πλούτ.
Russian (Dvoretsky)
ὑπάρκτιος: обращенный к северу, северный (πάγοι Plut.).