ἀνένεικα: Difference between revisions

From LSJ

σὺν μυρίοισι τὰ καλὰ γίγνεται πόνοις → good things come with many pains | no pain, no gain

Source
(3)
(1)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀνένεικα:''' -ενεικάμην, -ενείχθην, Ιων. αόρ. αʹ Ενεργ. Μέσ. και Παθ. του ἀνα-[[φέρω]].
|lsmtext='''ἀνένεικα:''' -ενεικάμην, -ενείχθην, Ιων. αόρ. αʹ Ενεργ. Μέσ. και Παθ. του ἀνα-[[φέρω]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἀνένεικα:''' ион. aor. к [[ἀναφέρω]].
}}
}}

Revision as of 16:24, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνένεικα Medium diacritics: ἀνένεικα Low diacritics: ανένεικα Capitals: ΑΝΕΝΕΙΚΑ
Transliteration A: anéneika Transliteration B: aneneika Transliteration C: aneneika Beta Code: a)ne/neika

English (LSJ)

Ion. aor. Act. of ἀναφέρω.

German (Pape)

[Seite 223] Od. 11, 625, ἀνενείκατο Il. 19, 314, ἀνενειχθείς Her. 1, 116, ion. ep. aor. zu ἀναφέρω.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνένεικα: Ἰων. ἐνεργ. ἀόρ. τοῦ ἀναφέρω.

French (Bailly abrégé)

pf. Act. ion. de ἀναφέρω.

Greek Monotonic

ἀνένεικα: -ενεικάμην, -ενείχθην, Ιων. αόρ. αʹ Ενεργ. Μέσ. και Παθ. του ἀνα-φέρω.

Russian (Dvoretsky)

ἀνένεικα: ион. aor. к ἀναφέρω.