δόνημα: Difference between revisions
From LSJ
ἁρμονίη ἀφανὴς φανερῆς κρείττων → the hidden attunement is better than the obvious one, invisible connection is stronger than visible, harmony we can't see is stronger than harmony we can, unseen harmony is stronger than what we can see
(4) |
(1b) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''δόνημα:''' -ατος, τό, [[ταραχή]], [[σείσιμο]], [[κίνηση]], <i>δένδρου</i>, σε Λουκ. | |lsmtext='''δόνημα:''' -ατος, τό, [[ταραχή]], [[σείσιμο]], [[κίνηση]], <i>δένδρου</i>, σε Λουκ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''δόνημα:''' ατος τό колыхание, качание (δένδρου Luc.). | |||
}} | }} |
Revision as of 18:56, 31 December 2018
English (LSJ)
ατος, τό,
A agitation, waving, δένδρου Luc.Salt.19.
German (Pape)
[Seite 657] τό, Bewegung, Erschütterung, Lucian. Salt. 19.
Greek (Liddell-Scott)
δόνημα: τό, ταραχή, διάσεισις, κίνησις δένδρου Λουκ. Ὀρχ. 19.
French (Bailly abrégé)
ατος (τό) :
secousse, agitation.
Étymologie: δονέω.
Spanish (DGE)
-ματος, τό
agitación δένδρου Luc.Salt.19, cf. Hdn.Gr.1.353, 2.935.
Greek Monolingual
το (AM δόνημα)
δόνηση, τράνταγμα.
Greek Monotonic
δόνημα: -ατος, τό, ταραχή, σείσιμο, κίνηση, δένδρου, σε Λουκ.
Russian (Dvoretsky)
δόνημα: ατος τό колыхание, качание (δένδρου Luc.).