εὐάγων: Difference between revisions
From LSJ
σοὶ μὲν παιδιὰν τοῦτ' εἶναι, ἐμοὶ δὲ θάνατον → This is sport to you but death to me (Aristotle, Eudemian Ethics 1243a20)
(14) |
(2b) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[εὐάγων]], ὁ, ἡ (Α)<br />αυτός που αναφέρεται στον επιτυχημένο αγώνα («[[εὐάγων]] τιμά» — η [[τιμή]] για τους επιτυχείς αγώνες, <b>Πίνδ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ευ</i> <span style="color: red;">+</span> [[αγών]]]. | |mltxt=[[εὐάγων]], ὁ, ἡ (Α)<br />αυτός που αναφέρεται στον επιτυχημένο αγώνα («[[εὐάγων]] τιμά» — η [[τιμή]] για τους επιτυχείς αγώνες, <b>Πίνδ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ευ</i> <span style="color: red;">+</span> [[αγών]]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''εὐάγων:''' ωνος (ᾰ) adj. добытый в успешных состязаниях ([[τιμά]] Pind.). | |||
}} | }} |
Revision as of 21:00, 31 December 2018
English (LSJ)
[ᾰ], ωνος, ὁ, ἡ,
A of successful contests, τιμά Pi.N.10.38.
German (Pape)
[Seite 1055] ωνος, τιμά, durch Kampf verherrlicht, Pind. N. 10, 38.
Greek (Liddell-Scott)
εὐάγων: ᾰ ωνος, ὁ, ἡ, ἐπὶ ἐπιτυχῶν ἀγώνων, εὐάγων τιμά, «ἡ ἐπὶ τοῖς ἀγῶσι τοῖς εὖ ἀγωνισθεῖσιν, ἢ εὖ καὶ καλῶς, τιμή» (Σχόλ.), Πινδ. Ν. 10. 71.
English (Slater)
εὐᾰγων
&nbnbsp;1 of successful contests ἕπεται δὲ (ἐπέβα coni. Wil.), Θεαῖε, ματρώων πολύγνωτον γένος ὑμετέρων εὐάγων τιμὰ (N. 10.38)
Greek Monolingual
εὐάγων, ὁ, ἡ (Α)
αυτός που αναφέρεται στον επιτυχημένο αγώνα («εὐάγων τιμά» — η τιμή για τους επιτυχείς αγώνες, Πίνδ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + αγών].
Russian (Dvoretsky)
εὐάγων: ωνος (ᾰ) adj. добытый в успешных состязаниях (τιμά Pind.).