καμπυλόεις: Difference between revisions
From LSJ
Κάλλιστα πειρῶ καὶ λέγειν καὶ μανθάνειν → Bonis dicendis et discendis dato operam → Zu sagen Schönstes und zu lernen mühe dich
(5) |
(2b) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''καμπῠλόεις:''' -εσσα, -εν, ποιητ. αντί [[καμπύλος]], σε Ανθ. | |lsmtext='''καμπῠλόεις:''' -εσσα, -εν, ποιητ. αντί [[καμπύλος]], σε Ανθ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''καμπῠλόεις:''' όεσσα, όεν кривой, закругленный ([[ἴτυς]] ἀγκίστρων Anth.). | |||
}} | }} |
Revision as of 22:36, 31 December 2018
English (LSJ)
εσσα, εν, poet. for
A καμπύλος, ἴτυς AP6.28 (Jul.Aegypt.).
German (Pape)
[Seite 1319] εσσα, εν, = καμπύλος, ἴτυς ἀγκίστρων Iul. Aeg. 6 (VI, 28).
Greek (Liddell-Scott)
καμπῠλόεις: εσσα, εν, ποιητ. ἀντὶ καμπύλος, καμπυλόεσσαν ἴτυν Ἀνθ. Π. 6. 28.
Greek Monolingual
καμπυλόεις, -εσσα, -εν (Α)
(ποιητ. τ.) καμπυλοειδής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < καμπύλος + κατάλ. -όεις (πρβλ. ιμερ-όεις, υαλ-όεις)].
Greek Monotonic
καμπῠλόεις: -εσσα, -εν, ποιητ. αντί καμπύλος, σε Ανθ.
Russian (Dvoretsky)
καμπῠλόεις: όεσσα, όεν кривой, закругленный (ἴτυς ἀγκίστρων Anth.).