πυρίαμα: Difference between revisions

From LSJ

Στέργει γὰρ οὐδεὶς ἄγγελον κακῶν ἐπῶν → No one loves the bearer of bad news

Sophocles, Antigone, 277
(35)
(4)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=το, ΝΑ, και ιων. τ. πυρίημα Α [[πυριῶ]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>ιατρ.</b> θερμό [[επίθεμα]] κατάλληλο για θεραπευτικούς σκοπούς, όπως [[είναι]] η [[φιάλη]] με θερμό [[νερό]], τα καταπλάσματα κ.ά.<br /><b>αρχ.</b><br />[[ατμόλουτρο]], [[πυρία]].
|mltxt=το, ΝΑ, και ιων. τ. πυρίημα Α [[πυριῶ]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>ιατρ.</b> θερμό [[επίθεμα]] κατάλληλο για θεραπευτικούς σκοπούς, όπως [[είναι]] η [[φιάλη]] με θερμό [[νερό]], τα καταπλάσματα κ.ά.<br /><b>αρχ.</b><br />[[ατμόλουτρο]], [[πυρία]].
}}
{{elru
|elrutext='''πῠρίᾱμα:''' ατος τό горячий компресс, припарка Arst.
}}
}}

Revision as of 03:20, 1 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πῠρίᾱμα Medium diacritics: πυρίαμα Low diacritics: πυρίαμα Capitals: ΠΥΡΙΑΜΑ
Transliteration A: pyríama Transliteration B: pyriama Transliteration C: pyriama Beta Code: puri/ama

English (LSJ)

Ion. πυρί-ημα, ατος, τό,=

   A πυρία 1.2, Hp.Flat.9, Philist.63, Arist.Pr.866a24; = πυρία 1.1, Palaeph. 43.

German (Pape)

[Seite 821] τό, trockenes Schwitzbad; Arist. probl. 1, 55; Philist. bei Poll. 7, 168.

Greek (Liddell-Scott)

πῠρίᾱμα: τό, = πυρία, Ἱππ. 298. 48, Ἀριστ. Προβλ. 1. 55, Φιλόστρ. 63.

Greek Monolingual

το, ΝΑ, και ιων. τ. πυρίημα Α πυριῶ
νεοελλ.
ιατρ. θερμό επίθεμα κατάλληλο για θεραπευτικούς σκοπούς, όπως είναι η φιάλη με θερμό νερό, τα καταπλάσματα κ.ά.
αρχ.
ατμόλουτρο, πυρία.

Russian (Dvoretsky)

πῠρίᾱμα: ατος τό горячий компресс, припарка Arst.