τέων: Difference between revisions
Μὴ φεῦγ' ἑταῖρον ἐν κακοῖσι κείμενον → Ne fuge sodalem, cum calamitas ingruit → Lass einen Freund in Schwierigkeiten nicht im Stich
(6) |
(4b) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''τέων:''' ·<br /><b class="num">I.</b> Ιων. αντί <i>τίνων;</i> γεν. πληθ. του τίς; ποιων; σε Ομήρ. Οδ. ΙI. του τις, οποιωνδήποτε, σε Ηρόδ. | |lsmtext='''τέων:''' ·<br /><b class="num">I.</b> Ιων. αντί <i>τίνων;</i> γεν. πληθ. του τίς; ποιων; σε Ομήρ. Οδ. ΙI. του τις, οποιωνδήποτε, σε Ηρόδ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''τέων:''' <b class="num">I</b> ион. (= τίνων) gen. pl. к τίς.<br /><b class="num">II</b> ион. (= τινῶν) gen. pl. к τὶς. | |||
}} | }} |
Revision as of 04:40, 1 January 2019
English (LSJ)
Ion. gen. pl. of τίς;
A who?, and τεων, of τις, any one, v. τίς, τις. II τέων, gen. pl. of ὅς, Nic.Al.2.
German (Pape)
[Seite 1104] ep. = τῶν od. ὧν, Nic. Al. 2. ion. = τίνων, Hom., s. τίς.
Greek (Liddell-Scott)
τέων: Ἰων. γενικ. πληθ. τοῦ τίς; καὶ ἀναγνωστέον ὡς μονοσύλλαβον ἐν Ὀδ. Ζ. 119, Ν. 200. 2) γεν. πληθ. τοῦ τις, Ἡρόδ. 5. 57. ΙΙ. Ἐπικ. γεν. πληθ. τοῦ ὅς, Νικ. Ἀλεξιφ. 2.
French (Bailly abrégé)
1ion. c. τίνων, gén. pl. de τίς interr.
ion. c. τινῶν, gén. pl. de τις indéf.
English (Autenrieth)
see τίς.
Greek Monolingual
Α
1. (ιων. γεν. πληθ. της ερωτημ. αντων.) βλ. τίς
2. (επικ. γεν. πληθ. της αναφ. αντων.) βλ. ὅς.
Greek Monotonic
τέων: ·
I. Ιων. αντί τίνων; γεν. πληθ. του τίς; ποιων; σε Ομήρ. Οδ. ΙI. του τις, οποιωνδήποτε, σε Ηρόδ.
Russian (Dvoretsky)
τέων: I ион. (= τίνων) gen. pl. к τίς.
II ион. (= τινῶν) gen. pl. к τὶς.