φληνάφημα: Difference between revisions
From LSJ
πολλὰ δ' ἄναντα κάταντα πάραντά τε δόχμιά τ' ἦλθον → and ever upward, downward, sideward, and aslant they went
(45) |
(4b) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=το, ΝΜΑ [[φληναφώ]]<br />[[φλυαρία]], [[μωρολογία]], [[σαχλαμάρα]]. | |mltxt=το, ΝΜΑ [[φληναφώ]]<br />[[φλυαρία]], [[μωρολογία]], [[σαχλαμάρα]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''φληνάφημα:''' ατος τό Eur. = [[φλήναφος]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 05:52, 1 January 2019
English (LSJ)
ατος, τό,
A = φλήναφος, E.Ep.5.2 (pl.).
German (Pape)
[Seite 1291] τό, Geschwätz; Schol. Ar. Thesm. 468; Eur. Ep. 5.
Greek (Liddell-Scott)
φληνάφημα: τό, = φλήναφος, Εὐρ. Ἐπιστ. 5, Ἰω. Δαμασκ. τ. 1, σ. 4Ε.
Greek Monolingual
το, ΝΜΑ φληναφώ
φλυαρία, μωρολογία, σαχλαμάρα.
Russian (Dvoretsky)
φληνάφημα: ατος τό Eur. = φλήναφος.