χρυσομηλολόνθιον: Difference between revisions

From LSJ

Κακὸν μέγιστον ἐν βροτοῖς ἀπληστία → Malumm est hominibus maximum immoderatio → Das größte Übel ist bei Menschen Völlerei

Menander, Monostichoi, 277
(6)
(4b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''χρῡσομηλολόνθιον:''' τό, υποκορ. όπως αν προερχόταν από [[χρυσομηλολόνθη]], μικρό χρυσό [[σκαθάρι]], χρησιμ. ως όρος έκφρασης στοργής, σε Αριστοφ.
|lsmtext='''χρῡσομηλολόνθιον:''' τό, υποκορ. όπως αν προερχόταν από [[χρυσομηλολόνθη]], μικρό χρυσό [[σκαθάρι]], χρησιμ. ως όρος έκφρασης στοργής, σε Αριστοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''χρῡσομηλολόνθιον:''' τό (шутл.-ласковое обращение) золотистый жучок Arph.
}}
}}

Revision as of 06:12, 1 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χρυσομηλολόνθιον Medium diacritics: χρυσομηλολόνθιον Low diacritics: χρυσομηλολόνθιον Capitals: ΧΡΥΣΟΜΗΛΟΛΟΝΘΙΟΝ
Transliteration A: chrysomēlolónthion Transliteration B: chrysomēlolonthion Transliteration C: chrysomilolonthion Beta Code: xrusomhlolo/nqion

English (LSJ)

τό, Dim. as if from *χρυσομηλολόνθη,

   A a little golden beetle or cockchafer, as a term of endearment, Ar.V.1341.

German (Pape)

[Seite 1381] τό, dim. von χρυσομηλολόνθη, Goldkäferchen, ein Schmeichelwort bei Ar. Vesp. 1341.

Greek (Liddell-Scott)

χρῡσομηλολόνθιον: τό, ὑποκορ. ὥσπερ ἐξ οὐσιαστικοῦ χρυσομηλολόνθη, μικρὸς χρυσοκάνθαρος, ὡς ὅρος ἐκφράζων στοργήν, Ἀριστοφ. Σφ. 1341.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
(mon) petit scarabée d’or t. d’amitié.
Étymologie: χρυσός, μηλολόνθη.

Greek Monolingual

τὸ, Α υποκορ. τ. του χρυσομηλολόνθη.
[ΕΤΥΜΟΛ. Υποκορ. ενός τ. χρυσομηλολόνθη, ο οποίος, όμως, απαντά μεταγενέστερα].

Greek Monotonic

χρῡσομηλολόνθιον: τό, υποκορ. όπως αν προερχόταν από χρυσομηλολόνθη, μικρό χρυσό σκαθάρι, χρησιμ. ως όρος έκφρασης στοργής, σε Αριστοφ.

Russian (Dvoretsky)

χρῡσομηλολόνθιον: τό (шутл.-ласковое обращение) золотистый жучок Arph.